Παρασκευή, 19 Απριλίου, 2024

Εγγραφή στο Newsletter

Limassol Today - Asset 10
ΑΡΧΙΚΗJOURNALΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ24 του Μάη, γεννιέται ο Μπομπ Ντίλαν

24 του Μάη, γεννιέται ο Μπομπ Ντίλαν

Σαν σήμερα 24 του Μάη 1941, γεννιέται ο Μπομπ Ντίλαν.

Ο Μπομπ Ντίλαν (Bob Dylan) είναι αμερικανός τραγουδοποιός της φολκ και της ροκ, από τις κορυφαίες προσωπικότητες της λαϊκής μουσικής, με την επιρροή του να ξεπερνά τα όρια της πατρίδας του. Ξεκινώντας από την ακουστική φολκ μουσική στις αρχές της δεκαετίας του ‘60, μπόλιασε την παραδοσιακή στιχουργική του ροκ εν ρολ, με το πνεύμα της κλασικής λογοτεχνίας και της ποίησης. Ο «μεγαλύτερος ποιητής του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα» σύμφωνα με τον Άλεν Γκίνσμπεργκ ή «ο Σέξπιρ της γενιάς του», πούλησε δεκάδες εκατομμύρια άλμπουμ, έγραψε περισσότερα από 500 τραγούδια που ηχογραφήθηκαν από περισσότερους από 2.000 καλλιτέχνες, περιόδευσε σε όλο τον κόσμο και έθεσε τα πρότυπα της στιχουργικής. Υποψήφιος για πολλά χρόνια, είχε την τιμή να γίνει ο πρώτος τραγουδοποιός, στον οποίο απονεμήθηκε το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 2016.

Η μοναδική αυθεντικότητα του Μπομπ Ντίλαν πήγασε από τη γόνιμη απορρόφηση μουσικών και ποιητικών παραδόσεων, βιβλικών μύθων και αλληγοριών. Η επίδρασή του στις κατευθύνσεις που ακολούθησε μετέπειτα η σύγχρονη λαϊκή μουσική υπήρξε διττή: κατά πρώτο λόγο το έργο του ενθάρρυνε μία «σοβαρή» προσέγγιση της ροκ μουσικής. Υπήρξε ο καταλύτης για την αυξανόμενη πολυπλοκότητα της μουσικής των Beatles μετά το 1965, επιτρέποντας παράλληλα στους κριτικούς και τους ακαδημαϊκούς να αναγνωρίσουν τη ροκ μουσική ως ολοκληρωμένη μορφή τέχνης. Κατά δεύτερο λόγο, ο Ντίλαν υπήρξε ο πρώτος τραγουδοποιός, που έστρωσε το δρόμο για την επιτυχία μουσικών, όπως ο Λέοναρντ Κοέν, η Τζόνι Μίτσελ, ο Πολ Σάιμον και ο Νιλ Γιανγκ.

Μολονότι η κορύφωση της καλλιτεχνικής του επιτυχίας σημειώθηκε τη δεκαετία του ’60, εξακολουθεί και σήμερα να μένει ενεργός και υπολογίσιμος, θέτοντας με τη στάση και την πορεία του ερωτήματα επιτακτικά: Γιατί άραγε πρέπει το ροκ να είναι μία υπόθεση που αφορά μόνο στους νεαρούς, όταν υπάρχουν φλόγες που καίνε για πολύ πολύ καιρό μετά τα εφηβικά ξεσπάσματα, όταν με το πέρασμα του χρόνου κατακτώνται η εμπειρία, η αυθεντικότητα και η αυτοπεποίθηση, βελτιστοποιείται η ερμηνευτική ικανότητα και αναδεικνύεται η ειλικρινής έκφραση;

O Ρόμπερτ Άλεν Ζίμερμαν, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, γεννήθηκε στις 24 Μαΐου 1941 στην πόλη Νταλούθ της πολιτείας Μινεσότα των Ηνωμένων Πολιτειών και μεγάλωσε στην πόλη Χίμπινγκ της ίδιας πολιτείας, όπου ο πατέρας του Άμπραμ Ζίμερμαν ήταν συνιδιοκτήτης ενός καταστήματος επίπλων και οικιακών συσκευών. Οι γονείς του ανήκαν στην εβραϊκή κοινότητα της περιοχής και ήταν ρωσικής καταγωγής. Το εβραϊκό όνομα του νεαρού παιδιού ήταν Σαμπτάι Ζισλ μπεν Αβραάμ.

Ο Μπομπ μεγάλωσε με τη μουσική των Χανκ Γουίλιαμς, Λιτλ Ρίτσαρντ, Έλβις Πρίσλεϊ και Τζόνι Ρέι και σε ηλικία 14 ετών απέκτησε την πρώτη του κιθάρα. Αργότερα, ως μαθητής γυμνασίου έπαιξε σε μια σειρά από συγκροτήματα ροκ εν ρολ. Το 1959, λίγο προτού ξεκινήσει πανεπιστημιακές σπουδές, έπαιξε πιάνο για τον ανερχόμενο ποπ σταρ του Μπόμπι Βι. Κατά τη διάρκεια της φοίτησής του στο Πανεπιστήμιο της Μινεσότα στη Μινεάπολη ανακάλυψε την μποέμικη συνοικία της πόλης, γνωστή ως Dinkytown. Γοητευμένος από την ποίηση Μπιτ και τον λαϊκό τραγουδιστή Γούντι Γκάθρι, άρχισε να παίζει φολκ μουσική σε καφετέριες, υιοθετώντας το επώνυμο Ντίλαν (από τον ουαλό ποιητή Ντίλαν Τόμας, του οποίου ήταν θαυμαστής).

Ανήσυχο πνεύμα και αποφασισμένος να συναντήσει τον Γκάθρι, ο οποίος τότε νοσηλευόταν σοβαρά άρρωστος σε νοσοκομείο του Νιου Τζέρσεϊ, εγκατέλειψε τις σπουδές του και εγκαταστάθηκε στη Νέα Υόρκη για να ξεκινήσει μία νέα ζωή. Φτάνοντας στα τέλη Ιανουαρίου του 1961 στην αμερικανική μεγαλούπολη, είχε να αντιμετωπίσει έναν ανελέητο χειμώνα. Βασίστηκε στη γενναιοδωρία διαφόρων θαυμαστών του που είχαν γοητευτεί από τις παραστάσεις του στο Γκρίνουιτς Βίλατζ και του παρείχαν τα προς το ζην. Γρήγορα έγινε γνωστός και μέσα σε τέσσερις μήνες προσλήφθηκε για να παίξει φυσαρμόνικα για μία ηχογράφηση του Χάρι Μπελαφόντε. Το Σεπτέμβριο του 1961 τον ανακάλυψε ο κυνηγός ταλέντων Τζον Χάμοντ κι έπεισε τη δισκογραφική εταιρεία Columbia Records να υπογράψει συμβόλαιο μαζί του.

Πηγήsansimera.gr

Μην το χάσεις

Journal

Δείτε επίσης