Πέμπτη, 28 Μαρτίου, 2024

Εγγραφή στο Newsletter

Limassol Today - Asset 10
ΑΡΧΙΚΗΛΕΜΕΣΟΣΔΗΜΟΣ ΛΕΜΕΣΟΥΕπαρχιακό Αρχαιολογικό Μουσείο: Ένα τοπόσημο της πόλης της Λεμεσού

Επαρχιακό Αρχαιολογικό Μουσείο: Ένα τοπόσημο της πόλης της Λεμεσού

(Κεντρική Φώτο) Παλιά καρτ ποστάλ που δείχνει το Μουσείο λίγο μετά την αποπεράτωσή του, στα μέσα της δεκαετίας του 1970

του Φειδία Παυλίδη

Η πρόσφατη δημόσια συζήτηση που αναπτύχθηκε στη Λεμεσό γύρω από το θέμα του Αρχαιολογικού Μουσείου ήταν η αφορμή να επισκεφτώ, μετά από πολλά χρόνια, το Μουσείο της πόλης μας. Θυμήθηκα, επίσης, και μια αγαπημένη καρτ ποστάλ που έχω στη συλλογή μου από παλιά επιστολικά δελτάρια, με το «Limassol Museum» φωτογραφημένο λίγα χρόνια μετά την αποπεράτωσή του, μέσα στα δύσκολα χρόνια που ακολούθησαν την τουρκική εισβολή.

Δεν άλλαξαν πολλά στην όψη του Μουσείου από τότε, με το πρόβλημα, όμως, να είναι ότι το Μουσείο ως θεσμός δεν κατάφερε να ακολουθήσει τις σύγχρονες τάσεις για το πώς πρέπει να λειτουργεί ένα μουσείο σήμερα και ποιος μπορεί να είναι ο ρόλος του στο γίγνεσθαι της πόλης. Πέρα από αυτή την αποτυχία, τα επιπλέον προβλήματα που χαρακτηρίζουν τα πιο πολλά δημόσια κτήρια ήταν εκεί: κτήρια φυλακισμένα πίσω από περιφράξεις, με χώρους εκτόνωσης νεκρούς, κακά σχεδιασμένες φυτέψεις που διακόπτουν σημαντικές οπτικές φυγές και αδυναμία τα κτήρια να ενταχθούν, με έξυπνους τρόπους, στην ευρύτερη περιοχή και να αποτελέσουν λειτουργικό μέρος συστημάτων και δικτύων που λειτουργούν και αναπτύσσονται μέσα στην πόλη.

Παρόλα τα προβλήματα, το Μουσείο έχει καθιερωθεί στη συνείδηση του Λεμεσιανού ως ένα τοπόσημο, το οποίο, όπως και άλλα σημεία αναφοράς της πόλης, βοηθά τους πολίτες να «προσανατολιστούν» και να ταυτιστούν με το αστικό τοπίο. Επιπλέον, για του λάτρεις του κυπριακού Μοντερνισμού, το Μουσείο αποτελεί ένα αξιόλογο δείγμα μοντερνιστικού κτηρίου, σχεδιασμένο ακολουθώντας τις τάσεις της εποχής του και λαμβάνοντας πετυχημένα υπόψη την εξέλιξη της μουσειολογίας τη δεκαετία του 1970.

Limassol Today - 02
Το Μουσείο όπως είναι σήμερα. Η ζώνη με τα brise-soleils της εισόδου, η ζώνη με τα «κλωστρά» και η ζώνη με τους θόλους.
Η αρχιτεκτονική του Μουσείου

Σύμφωνα με την επίσημη ιστοσελίδα του Τμήματος Αρχαιοτήτων της Κυπριακής Δημοκρατίας, το Μουσείο της επαρχίας Λεμεσού στεγαζόταν αρχικά στο μεσαιωνικό Κάστρο της Λεμεσού, ενώ «στα 1972 άρχισε η οικοδόμηση του νέου κτηρίου του Μουσείου, μαζί με το παρακείμενο συγκρότημα του Επαρχιακού Δικαστικού Μεγάρου της πόλης». Το νέο κτήριο άρχισε να λειτουργεί λίγους μήνες μετά την εισβολή, τον Μάρτιο του 1975, και συνεχίζει να στεγάζει μέχρι και σήμερα τους αρχαιολογικούς θησαυρούς της επαρχίας Λεμεσού. Αρχιτέκτονας του Μουσείου ήταν ο Έκτορας Στυλιανίδης, ο οποίος εργαζόταν ως αρχιτέκτονας στα Δημόσια Έργα.

Θα μπορούσαμε να εντάξουμε την αρχιτεκτονική του Μουσείου στον Όψιμο Κυπριακό Μοντερνισμό, ίσως και στα κύκνεια άσματα του κυπριακού Μοντέρνου, αφού το κτήριο αποπερατώνεται λίγο μετά την εισβολή του 1974, συμβατική χρονολογία λήξης της άνθισης του Μοντέρνου στην Κύπρο. Τα μοντερνιστικά χαρακτηριστικά του κτηρίου είναι η έμφαση στο οριζόντιο, τα πολύ «εκφραστικά» brise-soleils (εξωτερικά πετάσματα που λειτουργούν ως ηλιοθραύστες) και η σαφής διάκριση σκελετού και πλήρωσης. Άλλο μοντερνιστικό χαρακτηριστικό του κτηρίου είναι οι σκοτίες (σκοτεινές ζώνες/λωρίδες που δημιουργούνται ανάμεσα σε πιο φωτεινές επιφάνειες, για να δοθεί έμφαση στα στοιχεία που φωτίζονται). Το Μουσείο έχει μια σκοτία περιμετρικά στη βάση του. Οι Μοντερνιστές αρχιτέκτονες συνήθως δημιουργούσαν μια τέτοια σκοτία στην επαφή του κτηρίου με το έδαφος, για να διαγράφεται πιο καθαρός και φωτεινός ο όγκος του κτηρίου, αποκολλημένος από το έδαφος (το έδαφος για τους Μοντερνιστές θεωρείται πηγή μικροβίων και ακαθαρσίας), σαν ένα πλατωνικό (με την ευρεία έννοια) στερεό που αιωρείται λίγο πάνω από τη γη. Στο Μουσείο της Λεμεσού αυτή η σκοτία δημιουργείται και για έναν επιπλέον λόγο: η ζώνη αυτή περιλαμβάνει και ανοίγματα που δίνουν φως και αερισμό στο υπόγειο, το οποίο εξέχει λίγο πιο πάνω από τη γραμμή του εδάφους. Το υπόγειο του Μουσείου φιλοξενεί τις αποθήκες του Μουσείου και κάποια εργαστήρια. Η πρόσοψη του Μουσείου χαρακτηρίζεται και από άλλες σκοτεινές ζώνες, με το παιχνίδι αυτό του σκότους με το φως να διασκεδάζει τη σχέση φερόντων και φερομένων στοιχείων, όπως στην περίπτωση του γείσου άνωθεν των ηλιοθραυστών, το οποίο φαντάζει να αιωρείται στον αέρα.

Το Μουσείο, αν και ένα καθαρά μοντερνιστικό κτήριο, παρουσιάζει στοιχεία ενός αφαιρετικού κλασικισμού, μιας προσπάθειας να γίνουν αναφορές και συνδέσεις με την κλασική αρχαιότητα, αποδομένη με τον τρόπο του Μοντέρνου. Τα brise-soleils στην πρόσοψη υπάρχουν σαν ένα κλασικό πρόπυλο για τους όγκους που αναπτύσσονται στη συνέχεια και παραπέμπουν οπτικά σε ελληνικό ναό ή ελληνική στοά. Οι θόλοι στις κυρίως αίθουσες ίσως έχουν αναφορές στην αρχαία Ρώμη ή το Βυζάντιο. Αυτό που φέρνει, όμως, το μοντέρνο αυτό κτήριο πιο κοντά στο κλασικό είναι ο έντονος άξονας συμμετρίας, ο οποίος διατρέχει όχι μόνο το κτήριο αλλά και τους εξωτερικούς χώρους.

Εγκάρσια σε αυτόν τον άξονα συμμετρίας αναπτύσσεται μια σειρά από ζώνες, που ακολουθούν τη συμμετρική λογική. Ξεκινώντας από την αυλή, στην είσοδο του τεμαχίου, ο επισκέπτης περνά από μια χαμηλή και μια πιο υπερυψωμένη βεράντα (και οι δύο με κάτοψη σε σχήμα εξαγωνικό). Στην ψηλή βεράντα ο επισκέπτης μπορεί να ξεκουραστεί σε ένα κτιστό παγκάκι, το οποίο λειτουργεί και ως το στηθαίο προστασίας της βεράντας εισόδου.

Limassol Today - 05
Το Μουσείο από ψηλά και η κάτοψή του με τις διάφορες ζώνες (1 έως 4). Με λευκό χρώμα οι δύο εσωτερικές αυλές.

Στη συνέχεια έχουμε την πρώτη ζώνη του κτηρίου (αριθμός 1 στην Εικόνα με την κάτοψη) με τα brise-soleils και το στέγαστρο εισόδου, την είσοδο και τους βοηθητικούς χώρους δορυφορικά της εισόδου. Όπως αναφέρεται και πιο πάνω, τα brise-soleils δεν έχουν απλώς λειτουργικό χαρακτήρα (να προστατεύουν από τον ήλιο), αλλά λαμβάνουν συμβολικό χαρακτήρα και εξπρεσιονιστικές διαστάσεις, με τον τρόπο που τα χειρίζεται ο αρχιτέκτονας του έργου.

Στη δεύτερη ζώνη του κτηρίου (αριθμός 2 στην Εικόνα με την κάτοψη) υπάρχει το λόμπι υποδοχής και οι σκάλες που οδηγούν στα υπόγεια. Η δεύτερη αυτή ζώνη έχει πιο μικρό πλάτος, τόσο σε σχέση με τον κυρίως όγκο του Μουσείου όσο και με την πρώτη ζώνη, δημιουργώντας έναν «λαιμό» σε μια ανθρωπόμορφη κάτοψη. Ο φωτισμός της δεύτερης ζώνης επιτυγχάνεται με «κλωστρά» στις δύο της πλευρές, τα οποία καλύπτουν όλη την εξωτερική επιφάνεια (κλωστρά: από τη λατινική λέξη claustra, ένα παραπέτασμα από ράβδους ή, με την ευρύτερη έννοια, από διάτρητα τούβλα ή άλλα δομοστοιχεία, που επιτρέπει αερισμό και φωτισμό).

Η τρίτη ζώνη του κτηρίου (αριθμός 3 στην Εικόνα με την κάτοψη) αποτελείται από δύο μεγάλες ορθογώνιες αίθουσες τις οποίες διαχωρίζει μία εσωτερική ανοικτή αυλή, επί του άξονα συμμετρίας στο κέντρο του κτηρίου. Τις δύο αίθουσες συνδέει μικρότερη εγκάρσια αίθουσα. Χαρακτηριστικό των δύο μεγάλων αιθουσών είναι οι οροφές με μια αλληλουχία ρωμαϊκών θόλων (Roman barrel vaults), με τέσσερις θόλους σε έκαστη αίθουσα. Οι αλληλουχίες αυτές έχουν μόνο περιμετρικές στηρίξεις, οπόταν ο εκθεσιακός χώρος από κάτω τους δεν διακόπτεται από ενδιάμεσα κάθετα στηρίγματα. Η τέταρτη ζώνη στο πίσω μέρος του κτηρίου (αριθμός 4 στην Εικόνα με την κάτοψη) και πάλι αναπτύσσεται γύρω από μια δεύτερη εσωτερική ανοικτή αυλή, αλλά η αρχιτεκτονική εδώ είναι πιο λιτή, με επίπεδες οροφές και χωρίς τις αλληλουχίες των θόλων.

Limassol Today - 04
Το Μουσείο του Έκτορα Στυλιανίδη (στα αριστερά) σε σύγκριση με το Kimbell Art Museum του Louis Kahn (στα δεξιά).
Οι ομοιότητες του Μουσείου με το Kimbell Art Museum του Louis Kahn

Την ίδια περίοδο που κτιζόταν το Επαρχιακό Αρχαιολογικό Μουσείο (1972-1975) ο Louis Kahn (1901-1974) έκτιζε το Kimbell Art Museum (1966-1972) στο Fort Worth του Τέξας. Το Kimbell Art Museum θεωρείται ένα από τα πιο σημαντικά αρχιτεκτονικά έργα της σύγχρονης εποχής. Δεν ξέρουμε αν ο Αρχιτέκτονας του Μουσείου της Λεμεσού είχε επηρεαστεί από την αρχιτεκτονική του Louis Kahn, αλλά οι ομοιότητες ανάμεσα στα δύο μουσεία εκπλήσσουν. Η αλληλουχία των θόλων, η διάκριση σκελετού και πανέλων πλήρωσης, η επένδυση με το ίδιο τραβερτίνο μάρμαρο της πλήρωσης κάτω από τις αψίδες και, εν γένει, η λιτότητα και η αυστηρότητα είναι μερικές από τις ομοιότητες.

Αξίζει να μελετήσει κανείς πιο προσεχτικά πώς χειρίζονται οι δύο αρχιτέκτονες τις αλληλουχίες των θόλων. Ο Louis Kahn εξασφαλίζει φυσικό φωτισμό με μια σχισμή κατά μήκος της κορυφής των θόλων και ένα προσεχτικά μελετημένο σύστημα που ακολουθεί τη σχισμή και διαχέει το φυσικό φως στο εσωτερικό του θόλου και, γενικά, στην αίθουσα. Επιπλέον, ο Louis Kahn δημιουργεί μια ημικυκλική σχισμή ανάμεσα στο τύμπανο και την αψίδα του θόλου, η οποία σχισμή επίσης προσφέρει φυσικό φωτισμό, αλλά και κάνει πιο έντονη τη διάκριση ανάμεσα στον σκελετό και την πλήρωση. Ο αρχιτέκτονας του Μουσείου της Λεμεσού εξασφαλίζει φυσικό φωτισμό καλύπτοντας όλο το (εσωτερικό) τύμπανο του θόλου με υαλότουβλα (ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια: το χυτό μωσαϊκό στην επαφή με την αψίδα, συμφιλιώνοντας το τετραγωνικό σχήμα των γυάλινων δομοστοιχείων με το κυκλικό της αψίδας) και δημιουργεί ένα δεύτερο εξωτερικό τύμπανο, για ηλιοπροστασία, στην άκρη της προβολικής προέκτασης του θόλου, πέρα από τους εξωτερικούς τοίχους του κτηρίου.

Η παλιά καρτ ποστάλ με το «Limassol Museum»

Όπως αναφέρω και στην αρχή, η παλιά καρτ ποστάλ της συλλογής μου (τίτλος «Limassol Museum – CYPRUS», εκδότης: J. Arthur Dixon – England, διανομέας: D. A. Gabrielides – Limassol) παρουσιάζει το Μουσείο όπως είχε φωτογραφηθεί λίγο μετά την αποπεράτωσή του, στα μέσα της δεκαετίας του 1970, λίγους μήνες μετά την τουρκική εισβολή. Στην καρτ ποστάλ, μπορούμε να παρατηρήσουμε πάνω από την είσοδο ένα οικόσημο, με μορφή ασπίδας, στα χρώματα το γαλάζιου και του λευκού. Πρόκειται για τη «Γαλάζια Ασπίδα» που φέρουν τα μνημεία και τα μουσεία σε περίοδο πολέμου ή ένοπλης σύρραξης, για την προστασία τους με βάση τη «Σύμβαση της Χάγης για την Προστασία Πολιτιστικών Αγαθών σε Περίπτωση Ένοπλης Σύρραξης» (The Hague Convention for the Protection of Cultural Property in the Event of Armed Conflict). Η «Γαλάζια Ασπίδα» είναι το ανάλογο του συμβόλου του Ερυθρού Σταυρού, αλλά για τα μνημεία του πολιτισμού. Η Σύμβαση της Χάγης είναι η πρώτη διεθνής συμφωνία που εστιάζει αποκλειστικά στην προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς εντός εμπόλεμων ζωνών. Η Σύμβαση υπογράφτηκε στη Χάγη της Ολλανδίας στις 14 Μαίου 1954. Οι μαζικές καταστροφές μνημείων πολιτιστικής κληρονομιάς στη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου ήταν αυτές που οδήγησαν πολλά κράτη στην υιοθέτηση της «Σύμβασης της Χάγης».

Η «Γαλάζια Ασπίδα» δεν υπάρχει πλέον σήμερα στη θέση της, στην πρόσοψη του Μουσείου. Προφανώς τότε είχε τοποθετηθεί, για να προστατέψει το Μουσείο και τα εκθέματα, κατά την περίοδο που η πατρίδα μας βίωνε την ένοπλη σύρραξη που προκάλεσε η τουρκική εισβολή.

Limassol Today - 03
Το Μουσείο όπως είναι σήμερα. Η πλατεία μπροστά από το κτήριο και το κτιστό παγκάκι που λειτουργεί και ως στηθαίο της πάνω βεράντας.
Εν είδει επιλόγου

Το Επαρχιακό Αρχαιολογικό Μουσείο αποτελεί ένα σημείο αναφοράς για τους Λεμεσιανούς. Το κτήριο στο οποίο στεγάζεται αποτελεί ένα εξαίρετο δείγμα κυπριακού Μοντερνισμού. Η περιοχή, που φιλοξενεί το Μουσείο, φιλοξενεί και άλλα σημαντικά δείγματα κυπριακού Μοντερνισμού, όπως η Σχολή Terra Santa (οι «Καλογριές) (1965) – έργο του Σταύρου Οικονόμου (1917-2002), το Δικαστικό Μέγαρο Λεμεσού (1971) – έργο του Γιώργου Μαυρομμάτη και το «Εφτάπατο» (1958) έργο του Φώτη Κολακίδη – (1923-2009). Ο Δημόσιος Κήπος, αλλά και η παρουσία αστικού ξενοδοχείου, εμπορικών καταστημάτων και κτηρίων γραφείων, δίνουν στην περιοχή ένα ξεχωριστό αστικό χαρακτήρα. Το κτήριο του Μουσείου (με αναβαθμίσεις ή και αλλαγές χρήσης, παραμένοντας όμως μια στέγη πολιτισμού) μπορεί, πέρα από τοπόσημο, να αποτελέσει και το επίκεντρο ανάπλασης της όλης περιοχής.

Powered by caffe nero

Μην το χάσεις

Journal

Δείτε επίσης