Ο Διευθυντής του Κυπριακού Κέντρου Διεθνούς Ινστιτούτου Θεάτρου και Γενικός Συντονιστής του “Διεθνούς Φεστιβάλ Αρχαίου Ελληνικού Δράματος” , Χρίστος Γεωργίου, παραχώρησε συνέντευξη στο Limassol Today μιλώντας για τον θεσμό του Διεθνούς Φεστιβάλ Αρχαίου Δράματος αλλά και την σημαντικότητα του τόσο σε εγχώριο αλλά και σε διεθνές επίπεδο.
“το Φεστιβάλ, είναι ένας θεσμός που χαίρει αναγνώρισης και εκτίμησης τόσο σε τοπικό όσο και σε διεθνές επίπεδο”
Συνέντευξη στην Αλίκη Καρυδά
Πώς «γεννήθηκε» η ιδέα για το Διεθνές Φεστιβάλ Αρχαίου Ελληνικού Δράματος;
Εμπνευστής και πρωτεργάτης του Φεστιβάλ υπήρξε ο αείμνηστος, τότε διευθυντής του Κυπριακού Κέντρου Διεθνούς Ινστιτούτου Θεάτρου (ΚΚΔΙΘ), Νίκος Σιαφκάλης, ο οποίος το 1990 οραματίστηκε την πλαισίωση του «Διεθνούς Συμποσίου Αρχαίου Ελληνικού Δράματος» με ένα διεθνές φεστιβάλ, ένα φεστιβάλ ανωτέρων δραματικών σχολών και μια θερινή σχολή για την έρευνα και τη μελέτη του αρχαίου ελληνικού δράματος, με έδρα την Πάφο και το Αρχαίο Ωδείο. Με αρωγούς τις τότε Πολιτιστικές Υπηρεσίες του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού και τον Κυπριακό Οργανισμό Τουρισμού, πραγματοποιήθηκε το 1997 η πρώτη διοργάνωση του Φεστιβάλ, φιλοδοξώντας σε μια ευρύτερη παρουσία του αρχαίου ελληνικού δράματος στο θεατρικό γίγνεσθαι της χώρας μας και συμβάλλοντας στη θεατρική ευαισθητοποίηση του κοινού μέσα από την προσφορά πολυπολιτισμικής ψυχαγωγίας υψηλών αισθητικών προτύπων.
Στις πρώτες διοργανώσεις του Φεστιβάλ στην Πάφο, παρουσιάζονταν επίσης «σκηνές αρχαίου ελληνικού δράματος» από δραματικές σχολές και επίσης προβάλλονταν οπτικογραφημένες παραστάσεις. Το 2004, σηματοδότησε μια νέα αρχή στο Φεστιβάλ με την συμπερίληψή του Αρχαίου Θέατρου Κουρίου, αφενός για την παρουσίαση πολυπρόσωπων παραγωγών στο Φεστιβάλ, καθώς το Ωδείο δεν προσφερόταν -και δεν προσφέρεται- λόγω χώρου και εγκαταστάσεων, και αφετέρου για τη διεύρυνση του κοινού. Έναν χρόνο αργότερα, παραστάσεις του Φεστιβάλ παρουσιάζονται και στην πρωτεύουσα, στο Αμφιθέατρο Μακαρίου Γ’.
Πεποίθηση του ΚΚΔΙΘ, ήταν και είναι ότι, το αρχαίο ελληνικό δράμα, το οποίο αποτελεί το θεμέλιο του σύγχρονου ευρωπαϊκού θεάτρου και στοιχείο της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, έχει άμεση συνάφεια με τον κόσμο του σήμερα.
Μπορεί κανείς να χαρακτηρίσει το Φεστιβάλ αυτό ως μια Διεθνή γιορτή του αρχαίου θεάτρου;
Από την έναρξή του, το Φεστιβάλ επιδίωξε έναν ευρύ παγκόσμιο και εγχώριο διάλογο με πρωτοποριακές και πολυπολιτισμικές αναγνώσεις πάνω στο αρχαίο ελληνικό δράμα. Στην 26χρονη παρουσία του, κατάφερε να καταστεί σημείο συνάντησης και διαλόγου, χώρος φιλοξενίας και υποδοχής διεθνών δημιουργών, καθώς και πλατφόρμα ανακάλυψης και δημιουργίας για τους Κύπριους καλλιτέχνες. Εξελίχθηκε ως μια γιορτή για τη σημασία της επίδρασης του πολιτισμού και των τεχνών στην καθημερινότητά μας, καθώς και της ανάπτυξης του πολιτιστικού τουρισμού, καλλιεργώντας έναν ζωντανό διάλογο επί του αρχαίου ελληνικού δράματος και δημιουργώντας γέφυρες με τον υπόλοιπο κόσμο.
Από πότε έχετε αναλάβει Διευθυντής του Κυπριακού Κέντρου του Διεθνούς Ινστιτούτου Θεάτρου;
Τον Οκτώβριο του 2013, με απόφαση του τότε Διοικητικού Συμβουλίου του ΚΚΔΙΘ, ανέλαβα τη θέση του Εκτελεστικού Διευθυντή για τριετή θητεία, ενώ στη συνέχεια επαναδιορίστηκα το 2016 και το 2019. Σήμερα, βρίσκομαι στην τέταρτη θητεία, καθώς τον περασμένο Ιούνιο το Δ.Σ. αποφάσισε τον επαναδιορισμό μου στη θέση του Διευθυντή.
Στην πορεία αυτή ως διευθυντής τι έχετε ξεχωρίσει σε αυτή την διοργάνωση;
Το Φεστιβάλ κατάφερε να εντάξει την Κύπρο στον ευρωπαϊκό και διεθνή φεστιβαλικό χάρτη, καθώς ξεχωρίζει αφενός λόγω της μοναδικότητάς του, ως ένα φεστιβάλ στο οποίο παρουσιάζονται μόνο παραστάσεις αρχαίου ελληνικού δράματος κι αφετέρου ως ένα φεστιβάλ στο πρόγραμμα του οποίου δεν συμπεριλαμβάνονται μόνο εγχώριες παραγωγές, αλλά κατά κύριο λόγο παρουσιάζονται παραγωγές από εκτός Κύπρου θεατρικά σχήματα. Πρόσθετα, το Φεστιβάλ ξεχωρίζει για το επίπεδο της διοργάνωσης, το ευρύ δίκτυο συνεργασίας που ανέπτυξε τόσο εντός της διεθνούς θεατρικής κοινότητας του Διεθνούς Ινστιτούτου Θεάτρου, όσο και με σημαντικά φεστιβάλ (Φεστιβάλ Συρακουσών, Φεστιβάλ Κλασικού Θεάτρου της Μέριδα κ.ά.), τη συνεργασία του με σημαντικούς πολιτιστικούς φορείς, τόσο μέσα από τη συνεργασία με Εθνικά/Κρατικά θέατρα, τα οποία συμμετέχουν στο Φεστιβάλ, όσο και με τη ενεργό συμμετοχή του ΚΚΔΙΘ σε διεθνή και ευρωπαϊκά φόρα.
Ποια είναι η διαδικασία επιλογής καθώς και τα κριτήρια των παραγωγών που λαμβάνουν μέρος στο φεστιβάλ;
10 περίπου μήνες πριν από την πραγματοποίηση της κάθε διοργάνωσης, οι διοργανωτές ανακοινώνουν την έναρξη υποβολής προτάσεων από θεατρικά σχήματα και καλλιτέχνες, από την Κύπρο και το εξωτερικό. Οι υποβληθείσες προτάσεις αξιολογούνται από επταμελή Επιτροπή Επιλογής, η οποία απαρτίζεται από τέσσερις εκπροσώπους των τριών διοργανωτών και τρία ανεξάρτητα μέλη, τα οποία διορίζονται από τον εκάστοτε Υφυπουργό Πολιτισμού. Η επιλογή γίνεται βάσει του ποιοτικού επίπεδου του θεατρικού σχήματος, της συμμετοχής σημαντικών συντελεστών και καλλιτεχνών στην παραγωγή, της σκηνοθετικής προσέγγισης, καθώς και του κόστους παρουσίασής της στο Φεστιβάλ.

Έχετε δει άνοδο κάθε χρόνο όσο αφορά την προσέλευση του κόσμου στις παραστάσεις;
Από το 2016 έως το 2019 καταγράφεται μια σταθερή άνοδος στην προσέλευση του κοινού, κάτι που μαρτυρείται από την αύξηση των εισιτηρίων. Ενδεικτικά να αναφέρω ότι συγκριτικά με τη διοργάνωση του 2019, η διοργάνωση του 2022 είχε 50,03% αύξηση στα εισιτήρια, 67,96% αύξηση των εισπράξεων και συνολικά είχαμε αύξηση 39,34% στους θεατές.
Πέραν από τους αριθμούς, η αύξηση το 2022 σηματοδότησε μια μεγάλη επιτυχία ως προς την ανταπόκριση του κοινού και την προσμονή του για τη διοργάνωση του Φεστιβάλ, καθώς κατάφερε να ξεπεράσει το «πλαφόν» των 8.000 θεατών, σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια, σε μια χρονιά με λιγότερες παραστάσεις. Ο στόχος μας ήταν να έλθουν πίσω οι θεατές μετά την covid εποχή, αλλά και να κρατήσουμε το κοινό το οποίο έχει αγκαλιάσει το Φεστιβάλ όλα αυτά τα χρόνια, συνεχίζοντας με τον ίδιο ζήλο να προσφέρουμε υψηλού καλλιτεχνικού επιπέδου και ποιότητας παραγωγές, κάτι το οποίο επιτεύχθηκε.
Υπήρξαν Κυπριακές παραγωγές σε ικανοποιητικό βαθμό;
Το 2011, το Φεστιβάλ, ενέκυψε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον στην κυπριακή δημιουργία και έδωσε βήμα και ευκαιρία στους Κύπριους καλλιτέχνες. Μέχρι τότε, δεν είχε δοθεί κάποιο ιδιαίτερο βήμα δημιουργίας στα ελεύθερα θέατρα, παρότι είχαν γίνει μεμονωμένες ανεξάρτητες προσπάθειες, αφού παραστάσεις αρχαίου ελληνικού δράματος είχε την «πολυτέλεια» -κυρίως την οικονομική- να παρουσιάζει μόνο ο Θεατρικός Οργανισμός Κύπρου. Έτσι στο διάστημα από το 2011 μέχρι και σήμερα, στο Φεστιβάλ φιλοξενήθηκαν 19 κυπριακές παραγωγές από κυπριακά θεατρικά σχήματα, νέες θεατρικές ομάδες, από καταξιωμένους, αλλά και νέους δημιουργούς. Φυσικά, στόχος δεν είναι απλά να υπάρχει κυπριακή παραγωγή στο Φεστιβάλ, αλλά μέσω του Φεστιβάλ ο Κύπριος δημιουργός να τολμήσει, να πειραματιστεί, να μελετήσει και να παρουσιάσει παραγωγή αρχαίου ελληνικού δράματος ισοδύναμη με τις άλλες παραγωγές που συμμετέχουν στο Φεστιβάλ.

Πόση δημοφιλία έχει το φεστιβάλ στο εξωτερικό;
Μπορούμε πλέον να πούμε με περηφάνεια και βεβαιότητα, ότι το Φεστιβάλ, είναι ένας θεσμός που χαίρει αναγνώρισης και εκτίμησης τόσο σε τοπικό όσο και σε διεθνές επίπεδο, καταφέρνοντας να εντάξει την Κύπρο στον διεθνή φεστιβαλικό χάρτη. Ενδεικτικό του βεληνεκούς του Φεστιβάλ είναι ο μεγάλος αριθμός των αιτήσεων που υποβάλλονται από θεατρικά σχήματα και καλλιτέχνες του εξωτερικού, από όλο τον κόσμο, για συμμετοχή στην εκάστοτε διοργάνωση. Στα 26 χρόνια παρουσίας του, το Φεστιβάλ έχει δώσει βήμα σε περισσότερα από 135 θεατρικά σχήματα από 24 χώρες, παρουσιάζοντας στο κοινό μια ευρεία γκάμα διεθνών και εγχώριων παραγωγών. Η προσέλευση επίσης επισκεπτών από χώρες του εξωτερικού, οι οποίοι καταφθάνουν στην Κύπρο για την παρακολούθηση παραστάσεων του Φεστιβάλ είναι συγκινητική και αξιοσημείωτη και συμβάλλει στην ανάπτυξη του πολιτιστικού τουρισμού. Σε αυτό το σημείο, να αναφέρουμε επίσης, ότι το διεθνές κύρος του Φεστιβάλ αποτυπώνεται επίσης μέσω των διακρίσεων του Φεστιβάλ, με την κατάταξή του στα 20 καλύτερα θεατρικά φεστιβάλ από την American Express το 2020 καθώς και με την διάκρισή του με την ευρωπαϊκή πιστοποίηση του EFFE, ως ένα από τα καλύτερα φεστιβάλ της Ευρώπης.


Πώς προσεγγίζονται οι νέοι για εντάξουν στην ατζέντα τους αυτό το καλοκαιρινό φεστιβάλ σε μια πληθώρα άλλων καλοκαιρινών φεστιβάλ;
Την τελευταία κυρίως δεκαετία εκσυγχρονιστήκαμε εντάσσοντας στην προβολή και προώθηση του Φεστιβάλ νέα «εργαλεία» επικοινωνίας, τα οποία αφορούν τη νέα γενιά. Συγκεκριμένα, από το 2014 ξεκίνησε μία στοχευμένη και μελετημένη προώθηση και προβολή του Φεστιβάλ σε διαφορετικού είδους μέσα, για να αγγίξουμε το ηλικιακό φάσμα 16-35 ετών. Προσπαθούμε μέσω διαφόρων διόδων, μέσω κοινωνικών δικτύων, μέσω της τεχνολογίας, μέσω της συνεργασίας με αρκετούς ραδιοφωνικούς σταθμούς, αλλά και άλλων ευρύτερων δράσεων, να περάσουμε το μήνυμα ότι το περιεχόμενο του Φεστιβάλ είναι ένα άλλο πεδίο ψυχαγωγίας που μπορεί και πρέπει να την αφορά τη νέα γενιά. Η προσπάθεια έχει επιτευχθεί σε ικανοποιητικό βαθμό, καθώς βλέπουμε στο σύνολο των παραστάσεων αλλά κυρίως στις παραστάσεις του Κουρίου, ότι είναι πολλοί οι νεαροί θεατές με μέσο όρο ηλικίας τα 25-35, οι οποίοι κατακλύζουν το θέατρο.
Το σημαντικότερο ίσως είναι ότι, το Φεστιβάλ κατάφερε να φέρει την καλλιτεχνική δημιουργία πιο κοντά στην κοινωνία απευθυνόμενο στα ευρύτερα στρώματά της. Με τον υπερτιτλισμό των ξενόγλωσσων παραστάσεων στην ελληνική και αγγλική και των ελληνόφωνων στην αγγλική γλώσσα, προσελκύσαμε και διευρύναμε την γκάμα των θεατών, ντόπιων και ξένων, στις παραστάσεις. Επιπλέον, η αναβάθμιση σε ειδικό και γενικό πεδίο, η παρουσίαση παραστάσεων υψηλού καλλιτεχνικού επιπέδου, η συνεργασία με εθνικά/ κρατικά θέατρα και διεθνή φεστιβάλ, η αξιοποίηση της κυπριακής δημιουργικότητας, είναι σημαντικά βήματα που ώθησαν το Φεστιβάλ προς μια ευρύτερη αναγνωρισιμότητα.


Τι θα θέλατε να βελτιώσετε στο μέλλον στη διοργάνωση και τι θα θέλατε να αφήσετε έτσι όπως έχει;
Προσωπικός μου στόχος, όταν διορίστηκα στο ΚΚΔΙΘ και ανέλαβα ως γενικός συντονιστής του Φεστιβάλ, ήταν η περαιτέρω αναβάθμιση και εξέλιξη σε θέματα οργάνωσης, ο καταρτισμός ομάδας παραγωγής και τεχνικών ομάδων, η αναβάθμιση του πλάνου προβολής/ προώθησης και κατ’ επέκταση η προσέλκυση νέου κοινού, η παρουσίαση σύγχρονων προσεγγίσεων στο αρχαίο δράμα και η ουσιαστική συνεργασία μεταξύ των τριών διοργανωτών.
Το 2014, το Φεστιβάλ ουσιαστικά ξεκίνησε να αναβαθμίζεται σε θέματα διοργάνωσης και προγράμματος, λειτουργώντας σε πιο επαγγελματικό επίπεδο ισάξιο με φεστιβάλ του εξωτερικού, με αποτέλεσμα την σημαντική αύξηση των θεατών και την προσέλκυση ενός νέου κοινού στις παραστάσεις. Η διάκριση του Φεστιβάλ στα 20 καλύτερα θεατρικά φεστιβάλ από την American Express το 2020 και η τριπλή διάκρισή του με την ευρωπαϊκή πιστοποίηση του EFFE, αποδεικνύουν την διεθνή αναγνώρισή του.
Η συνεχής αύξηση των εισιτηρίων που καταγράφεται τα τελευταία χρόνια, η καταξίωση του Φεστιβάλ, δεν μας εφησυχάζουν. Κι αυτό γιατί, προσβλέπουμε στη συνεχή εξέλιξη και αναβάθμιση του Φεστιβάλ, ως ένας από τους σημαντικότερους πολιτιστικούς θεσμούς στην Κύπρο. Σε αυτό το όραμα, εντάσσεται και η επιθυμία για πραγματοποίηση παράλληλων δράσεων κατά τη διάρκεια του Φεστιβάλ για εμπλουτισμό του θεσμού αλλά και για επιπλέον προώθηση του αρχαίου ελληνικού δράματος. Θα επιθυμούσαμε επίσης, περισσότερες παραγωγές στο πρόγραμμα, καθώς και τη συνεργασία με περισσότερους πολιτιστικούς φορείς. Το Φεστιβάλ φέρει όλες τις προοπτικές για περαιτέρω διεύρυνση του πολιτιστικού και κοινωνικού αποτυπώματός του, ως ένα από τα σημαντικότερα θεατρικά φεστιβάλ της Ευρώπης.