Τρίτη, 23 Απριλίου, 2024

Εγγραφή στο Newsletter

Limassol Today - Asset 10
ΑΡΧΙΚΗΑΘΛΗΤΙΚΑ ΚΥΠΡΟΣΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑΟ ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ όλων των εποχών έχει όνομα και επίθετο και λέγεται Μάικλ...

Ο ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ όλων των εποχών έχει όνομα και επίθετο και λέγεται Μάικλ Τζόρνταν!

Αθλητικός και οξυδερκής, εντυπωσιακός, βάζοντας, πάντα όμως, ουσία στο παιχνίδι του και πάνω από όλα ηγέτης, παίρνοντας τις κρίσιμες στιγμές, την μπάλα στα χέρια του για την τελική απόφαση, όταν όλοι οι άλλοι δίσταζαν…
Πολλοί λένε ότι ο Πελέ είναι ο σπουδαιότερος ποδοσφαιριστής όλων των εποχών, άλλοι διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους πως η θέση αυτή ανήκει δικαιωματικά στον Μαραντόνα, ενώ κάποιοι, βλέπουν βασιλιά του αθλήματος τον Κρόιφ. Πολλοί λένε ότι ο Μοχάμεντ Άλι είναι ο μεγαλύτερος πυγμάχος που εμφανίστηκε ποτέ στα ρινγκ και άλλοι βλέπουν στο πρόσωπο του κορυφαίου, τον Μάνι Πακιάο, τον Μεϊγουέδερ ή τον Τάισον. Πολλοί λένε πως ο καλύτερος τενίστας όλων των εποχών είναι ο Φέντερερ και άλλοι διαλέγουν αντί αυτού, τον Τζόκοβιτς, τον Ναδάλ ή τον Τζον Μακ Ένρο. Όταν η συζήτηση όμως πάει στο μπάσκετ, στο μυαλό όλων έρχεται μονάχα ένα όνομα και πλάι του, δεν χωράει κανένα άλλο. Ο Μichael Jordan, είναι ο καλύτερος όλων διαχρονικά και στη συνείδηση των απανταχού μπασκετικών, αυτό το αξίωμα μοιάζει ακατάρριπτο.

Δεν είναι όμως τα έξι δακτυλίδια NBA που κατέκτησε με το αγαπημένο του Chicago, ούτε ακόμη τα αμέτρητα προσωπικά επιτεύγματα που κατόρθωσε στην καριέρα του, αν και πράγματι δύσκολα κανείς, μπορεί να αγγίξει αυτές τις κορυφές. Η ειδοποιός διαφορά του Jordan κάνοντάς τον, τον μεγαλύτερο ανάμεσα στους μεγάλους, αποτυπώθηκε ανεξίτηλα στα παρκέ με τέσσερις μονάχα λέξεις: Αθλητικότητα, θεαματικότητα, αποτελεσματικότητα και κυρίως, συνέπεια. Οι αρετές αυτές του AIR Michael, τις οποίες εξύψωσε στο ανώτερο επίπεδο, προσδίδοντάς τους μάλιστα μια αρμονικότατη συνοχή, ενυπάρχοντας η μια αβίαστα μέσα στην άλλη, τον μετέτρεψαν σε μια μπασκετική περσόνα – οδοστρωτήρα, με ένα ταυτόχρονα απαράμιλλο φινετσάτο στυλ, που προκαλούσε ακόμα και στους καλύτερους αντιπάλους του, τεράστιο φόβο και υπέρμετρο θαυμασμό.

Η παιδική ηλικία
Ο Μάικλ Τζόρνταν γεννήθηκε στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης στις 17 Φεβρουαρίου του 1963. Ήταν γιος του Τζέιμς Τζόρνταν, επόπτη της General Electric Plant και της Ντελόρις, τραπεζικού υπάλληλου. Ο M.J.όντας ακόμα σε βρεφική ηλικία, μετακόμισε με την οικογένεια του στο Γουίλμινγκτον της Βόρειας Καρολίνας. Εκεί, ξεκίνησε να παίζει ράγκμπι, τένις και μπέιζμπολ, ενώ σε μεγαλύτερη ηλικία άρχισε και η ενασχόλησή του με το μπάσκετ. Η σχέση του Μάικλ με τον μεγαλύτερο αδερφό του, Λάρι, ήταν μια μεγάλη πρόκληση για να βελτιωθεί. Ο Μάικλ αγωνίστηκε σκληρά για να κερδίσει τον μεγαλύτερο αδερφό του, όταν οι δύο τους έπαιζαν μεταξύ τους σε καθημερινή βάση. Η κυριαρχία του Λάρι στον μικρότερο αδερφό του ώθησε την αποφασιστικότητα του μικρού να τον φτάσει και τελικά, μία ημέρα να τον κερδίσει.

Τα πρώτα βήματα
Το 1981 όταν εντάχθηκε στην ομάδα του Νορθ Καρολάινα θεωρούνταν ένας από τους πιο καλούς πρωτοετείς παίκτες στο κολεγιακό πρωτάθλημα και εκείνος δεν άργησε να δείξει το γιατί. Κέρδισε την θέση του βασικού στην ομάδα του και σε 34 αγώνες μέτρησε 13,5 πόντους και 4,4 ριμπάουντ ανά παιχνίδι. Το Νορθ Καρολάινα με την πολύ καλή ομάδα των Τζέιμς Γουόρθι, Κέντρικ Πέρκινς, Μπαζ Πέτερσον, έφτασε μέχρι τον τελικό του πρωταθλήματος απέναντι στο Τζόρτζταουν όπου αγωνίζονταν ο Πάτρικ Γιούιν, μετέπειτα αστέρας των Νιου Γιορκ Νικς. Ο Τζόρνταν μάλιστα πέτυχε το καλάθι που έκρινε την αναμέτρηση στα 15 δευτερόλεπτα πριν τη λήξη του αγώνα και ολοκλήρωσε την χρονιά σαν πρωταθλητής αλλά και σαν βραβευμένος ως ο καλύτερος πρωτοετής της χρονιάς στο NCAA. Ακλούθησαν δυο εξαιρετικές χρονιές που με την καταπληκτική του παρουσία διακρίθηκε ως μέλος της Καλύτερης Πεντάδας του NCAA, κέρδισε το βραβείο Νέισμιθ για τον καλύτερο παίκτη της χρονιάς αλλά και το βραβείο Τζον Γούντεν για τον καλύτερο παίκτη της χρονιάς. Όμως οι βλέψεις του ήταν ήδη αλλού, αποφασίζοντας να αφήσει το Νορθ Καρολάινα και το κολλεγιακό πρωτάθλημα, αν και θα μπορούσε να αγωνιστεί εκεί για άλλον ένα χρόνο ως την προγραμματισμένη αποφοίτησή του, για να συμμετέχει στα Ντράφτ του 1984.


Πορεία στο όνειρο
Στις 26 Οκτωβρίου του 1984, Ο Τζόρνταν πραγματοποίησε το επαγγελματικό του ντεμπούτο όπου οδήγησε τους Μπουλς στην εντός έδρας νίκη απέναντι στους Ουάσιγκτον Μπούλετς με 16 πόντους, 6 ριμπάουντ, 7 ασίστ και 5/16 σουτ. Τρεις μέρες αργότερα, στις 29 Οκτωβρίου πραγματοποίησε μια από τις καλύτερες εμφανίσεις του στην σαιζόν απέναντι στους Μιλγουόκι Μπακς σημειώνοντας 37 πόντους μαζί με 4 ριμπάουντ και 5 ασίστ σε 34 λεπτά και συμβάλλοντας στην νίκη των «Ταύρων» με τελικό σκορ 116-110. Δύο εβδομάδες αργότερα, στις 13 Νοεμβρίου πέτυχε την πρώτη σαραντάρα καθώς και το πρώτο νταμπλ-νταμπλ της καριέρας του στην νίκη της ομάδας του με 120-117 επί των Σπερς ολοκληρώνοντας την αναμέτρηση με 45 πόντους και 10 ριμπάουντ. Τα επιτεύγματά του είχαν ως αποτέλεσμα να βγει εξώφυλλο στο Σπορτς Ιλουστρέιτιντ στο τεύχος της 10ης Δεκεμβρίου δύο μόλις μήνες, ουσιαστικά, από την έναρξη της επαγγελματικής του καριέρας. Στις 14 Ιανουαρίου του 1985 στην νίκη των Μπουλς με 122-113 επί των Ντένβερ Νάγκετς σημείωσε και το πρώτο του τριπλ-νταμπλ με 35 πόντους, 14 ριμπάουντ και 15 ασίστ.

Το ντεμπούτο του – Αγώνας για διάκριση
Την επόμενη χρονιά έχοντας επιστρέψει από ένα σοβαρό τραυματισμό στις τελευταίες αγωνιστικές ο M.J. καταφέρνει να βάλει τους Bulls στα πλει οφ ως 8η ομάδα αντιμετωπίζοντας τους πρωτοπόρους Μπόστον Σέλτικς των Λάρι Μπερντ, Κέβιν Μακχέιλ και Ρόμπερτ Πάρις, Το Σικάγο θα αποκλειστεί, ο Λάρι Μπέρντ όμως θα δηλώσει για τα απίθανα του Jordan στο παρκέ (43,7 πόντους, 6,3 ριμπάουντ, 5,7 ασίστ και 2,3 κλεψίματα σε 45 λεπτά ανά αγώνα). «Αυτός δεν είναι ο Μάικλ Τζόρνταν, αυτός είναι ο Θεός μεταμφιεσμένος σε Μάικλ Τζόρνταν». Και την νέα χρονιά όμως σε ένα ιδιότυπο ντε ζα βου, οι Bulls θα αντιμετωπίσουν εκ νέου την τρομερή ομάδα τον Celtic με ίδιο όμως αποτέλεσμα με τον Jordan πάντως να δίνει νέο ρεσιτάλ (35,7 πόντους 7 ριμπάουντ, 6 ασίστ και 2 κλεψίματα ανά παιχνίδι). Σε μια προσπάθεια να ανέβει η ομάδα επίπεδο τη σεζόν 87-88, ύστερα από τρεις συνεχόμενους αποκλεισμούς στον πρώτο γύρο των πλέι οφ, οι Μπουλς ενισχύονται με παίχτες από τα ντραφτ αποκτώντας τον σμολ φόργουορντ Σκότι Πίπεν και τον Χόρας Γκραντ (πάουερ φόργουορντ). Το Σικάγο θα καταφέρει την πρώτη νικηφόρα σειρά πλέι οφ με τον Τζόρνταν να πετυχαίνει 45,2 πόντους ανά αγώνα, που είναι και η καλύτερη επίδοση της σταδιοδρομίας του. Στον επόμενο γύρο όμως οι Μπουλς θα αποκλειστούν από το Ντιτρόιτ με τον προπονητή τον Πιστονιών να προσαρμόζει ένα αμυντικό σύστημα πάνω στον M. J. το λεγόμενο Jordan rules, με αποτέλεσμα να μην του επιτρέψουν να σκοράρει στα τελευταία τρία παιχνίδια πάνω από 25 πόντους.
Την επόμενη χρονιά 88-89 οι Μπουλς θα κάνουν ένα ακόμα βήμα στα πλέι οφ. Αποκλείουν τους Καβαλίερς στον πρώτο γύρο, στη συνέχεια τους Νιου Γιορκ Νικς, στον τελικό της περιφέρειας όμως, το Ντιτρόιτ με συνταγή Jordan rules, θα πάρει την πρόκριση για τους τελικούς του NBA.

Τη σεζον 89-90 η άφιξη του Φιλ Τζάκσον στον τιμόνι του Σικάγο φέρνει ελπίδες για την υπέρβαση. Οι Μπουλς, με τον Τζόρνταν να κάνει την καλύτερη χρονιά του σε play off στην σταδιοδρομία του, 37,3 πόντους ανά παιχνίδι), θα αποκλείσουν κατά σειρά Μιλγουόκι και Φιλαδέλφεια, όμως στους τελικούς της περιφέρειας θα αποκλειστούν με τη σειρά τους στον 7 τελικό από τον κακό τους δαίμονα Detroit, για Τρίτη συνεχόμενη χρονιά.

«Three Peat»
Την Δεκαετία του 90’ φτάνει πια το πλήρωμα του χρόνου για τους Μπουλς και τον φυσικό τους ηγέτη Μάικλ Τζόρνταν, ο οποίος αποφασίζει να βάλει στο παιχνίδι του σκληράδα και σε συνεργασία με τον γυμναστή που προσλαμβάνει, επιτυγχάνει να δυναμώσει, να πάρει κιλά και τελικά να γίνει ασταμάτητος ακόμα και για το σκληροτράχηλο Ντιτρόιτ. Οι Μπουλς, θα προκριθούν εκ νέου στα πλέι οφ και αφού αποκλείσουν κατά σειρά τους Νίκς και τους Σίξτερς, θα βρεθούν αντιμέτωποι με τα κακά παιδιά του Detroit, τους οποίους θα σκουπίσουν με 4-0, παίρνοντας μια εκκωφαντική ρεβάνς για τους προηγούμενους αποκλεισμούς. Στους τελικούς πια του NBA, ο Τζόρνταν θα αντιμετωπίσει τους Λέικερς του Μάτζικ Τζόνσον. To Σικάγο θα κερδίσει τη σειρά των τελικών με 4-1 και ο M.J. που ήταν σε όλους τους αγώνες της σειράς πρώτος σκόρερ και από τις δύο ομάδες, εκτός από το πέμπτο, στον οποίο ο Σκότι Πίπεν είχε 32, θα κατακτήσει στα 28 χρόνια του το πρώτο του πρωτάθλημα. Τη σεζόν 91-92 οι Μπουλς θα κατακτήσουν και πάλι τον τίτλο απέναντι στους φιλόδοξους Μπλέιζερς με συνολικό σκορ στη σειρά 4-2, ενώ την ακριβώς επόμενη σεζόν ο Τζόραντν θα συναντήσει στους τελικούς του NBA τους Φοίνιξ Σανς του Τσαρλς Μπάρκλει ,με το Σικάγο να επικρατεί στη σειρά με 4-2, παίρνοντας το τρίτο συνεχόμενο πρωτάθλημα.


Η αποχώρηση
Στις 6 Οκτωβρίου 1993, ο Τζόρνταν ανακοίνωσε την αποχώρησή του από την ενεργό δράση, σε μια από τις πιο εκπληκτικές αποχωρήσεις στην ιστορία του αθλητισμού, δηλώνοντας: «Έχω φτάσει στο αποκορύφωμα της καριέρας μου. Απλώς νιώθω ότι δεν έχω κάτι άλλο να αποδείξω». Ο Τζόρνταν εξέπληξε περαιτέρω τον κόσμο του αθλητισμού υπογράφοντας συμβόλαιο με την ομάδα του μπέιζμπολ Chicago White Sox στις 7 Φεβρουαρίου 1994. Έκανε το ντεμπούτο του στις 7 Απριλίου 1994 σε αγώνα επίδειξης συγκεντρώνοντας το ενδιαφέρον των φιλάθλων αλλά με το ξύλινο μπαστούνι του μπέιζμπολ δεν κατάφερε να επαναλάβει τα μπασκετικά κατορθώματά του. Την 1η Νοεμβρίου 1994, ο αριθμός του 23 αποσύρθηκε από τους Σικάγο Μπουλς, σε τελετή που συγκέντρωσε πολλούς μεγάλους παίκτες του αθλήματος και περιελάμβανε την παρουσίαση ενός μόνιμου γλυπτού γνωστού ως The Spirit ύψους 5 μέτρων με άγαλμά του βάρους 900 κιλών έξω από το νέο γήπεδο. Στη βάση του αναγράφεται: «Ο καλύτερος που υπήρξε ποτέ. Ο καλύτερος που θα υπάρχει για πάντα».

Τον Μάρτιο του 1995, ο Τζόρνταν αποφάσισε να εγκαταλείψει το μπέιζμπολ και στις 18 Μαρτίου 1995, ανακοίνωσε την επιστροφή του στην ενεργό δράση μέσω δελτίου τύπου δύο λέξεων που εστάλη με φαξ: «Επέστρεψα» (I’m back). Λόγω της απόσυρσης του αριθμού 23 επιλέγει στην εμφάνισή του το νούμερο 45, η απόφαση αυτή όμως δε θα κρατήσει για πολύ καιρό αφού μερικά παιχνίδια μετά από την επανεμφάνισή του θα επιστρέψει στο θρυλικό νούμερο 23.

Το δεύτερο «Three Peat»
Παρά την απουσία 18 μηνών από το NBA, επιστρέφοντας στα μέσα της σεζον 94-95, ο Τζόρνταν έπαιξε καλά, υστερώντας όμως σε ποσοστά ευστοχίας. Οι Μπουλς έφτασαν στους ημιτελικούς της Ανατολικής Περιφέρειας με αντίπαλο τους Ορλάντο Μάτζικ αλλά αποκλειστήκαν. Ο Τζόρνταν προπονήθηκε σκληρά για τη σεζόν 1995–96 και οι Μπουλς ενισχύθηκαν με την προσθήκη του ικανότατου ριμπάουντερ Ντένις Ρόντμαν από τους Σαν Αντόνιο Σπερς, ενώ διέθετε και αξιόλογους αναπληρωματικούς όπως τους Τόνι Κούκοτς, Τζον Σάλεϊ. Στα πλέι οφ, οι Μπουλς έχασαν μόνο τρία παιχνίδια σε τέσσερις σειρές (Μαϊάμι Χιτ 3–0, Νικς 4–1, Ορλάντο 4–0). Νίκησαν το Σιατλ με 4–2 στους τελικούς του ΝΒΑ και κέρδισαν το τέταρτο πρωτάθλημά τους. Ο Τζόρνταν ανακηρύχθηκε MVP των τελικών για τέταρτη φορά.

Στη σεζόν 1996–97, Οι «Ταύροι» προχώρησαν και πάλι στους τελικούς όπου αντιμετώπισαν τη Γιούτα του Μαλόουν. Η σειρά απέναντι στους Τζαζ παρουσίασε δύο από τις πιο αξέχαστες στιγμές της καριέρας του Τζόρνταν. Κέρδισε το πρώτο παιχνίδι για την ομάδα, σημειώνοντας 31 πόντους και παίρνοντας τη μπάλα 9 δευτερόλεπτα πριν τη λήξη, σούταρε στη λήξη της συνάντησης ευστοχώντας και το παιχνίδι τελείωσε 84–82. Στο πέμπτο παιχνίδι, με τη σειρά στην ισοπαλία 2–2, ο Τζόρνταν έπαιξε παρά το γεγονός ότι ήταν εμπύρετος και αφυδατωμένος από τροφική δηλητηρίαση. Σε αυτό το παιχνίδι που είναι γνωστό ως Flu Game, σημείωσε 38 πόντους, συμπεριλαμβανομένου του τρίποντου που έκρινε το παιχνίδι στα 25 δευτερόλεπτα πριν τη λήξη. Η ομάδα του Σικάγου κέρδισε με 90–88 και συνέχισε τελειώνοντας τη σειρά στα έξι παιχνίδια. Τζόρνταν και Μπουλς πέτυχαν επίδοση 62–20 στην κανονική περίοδο της σεζόν 1997–98. Ο AIR ήταν πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος για 10η φορά στην καριέρα του και εξασφάλισε το πέμπτο βραβείο MVP της κανονικής περιόδου. Ήταν ο μεγαλύτερος σε ηλικία παίκτης που ψηφίστηκε ως NBA MVP σε ηλικία 35 ετών και ήταν ο μεγαλύτερος σε ηλικία πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος. Η ομάδα κέρδισε την Ανατολική Περιφέρεια για τρίτη συνεχόμενη χρονιά, συμπεριλαμβανομένης της επικράτησης σε σειρά επτά παιχνιδιών με την Ιντιάνα στους τελικούς της Ανατολής. Στους τελικούς αντιμετώπισαν τους γνώριμους Γιούτα Τζαζ. Η ομάδα του Σικάγου επέστρεψε για το έκτο παιχνίδι στις 14 Ιουνίου 1998 στο Σολτ Λέικ Σίτι μπροστά σε 20.000 θεατές, οδηγώντας τη σειρά με 3–2. Ο Τζόρνταν πραγματοποίησε σειρά από ενέργειες που θεωρούνται μία από τις μεγαλύτερες παραστάσεις στην ιστορία των τελικών του ΝΒΑ. Με 41,9 δευτερόλεπτα να απομένουν και οι Μπουλς να χάνουν 86–83, ο Φιλ Τζάκσον κάλεσε σε τάιμ-ουτ. Όταν το παιχνίδι ξανάρχισε, ο Τζόρνταν έλαβε πάσα, προχώρησε προς το καλάθι και έκανε το σουτ πάνω από αρκετούς αμυντικούς της Τζαζ, μειώνοντας το προβάδισμα της Γιούτα σε 86–85. Οι παίκτες της Τζαζ έφεραν την μπάλα στο Μαλόουν, ο οποίος ήταν κοντά στο καλάθι επιτηρούμενος από το Ρόντμαν αλλά ο Τζόρνταν έκλεψε την μπάλα από τα χέρια του και έπειτα έπεσε στο γήπεδο και σταμάτησε. Με 10 δευτερόλεπτα να απομένουν, ο Τζόρνταν άρχισε ατομική προσπάθεια και με 5,2 δευτερόλεπτα να απομένουν, έφτασε στην ίσως υπέρτατη στιγμή της καριέρας του στους Μπουλς δίνοντας προβάδισμα 87–86. Στη συνέχεια, ο Τζον Στόκτον έχασε προσπάθεια τρίποντου και το παιχνίδι έληξε. Τζόρνταν και Μπουλς κέρδισαν το έκτο πρωτάθλημα NBA τους σε έξι τελικούς στους οποίους έφτασαν, επιτυγχάνοντας δεύτερο three peat στη δεκαετία.

DREAM TEAM
Μετά την κατάκτηση του χρυσού μεταλλίου των Παναμερικανικών Αγώνων του 1983, ο Τζόρνταν αγωνίστηκε με την εθνική ομάδα των Η.Π.Α. στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1984. Ο M.J. ήταν πρώτος σκόρερ της ομάδας με μέσο όρο 17,1 πόντους . Οι ΗΠΑ επικράτησαν στον τελικό επί της Ισπανίας με 96–65, με 20 πόντους από το Τζόρνταν.

Το 1992 στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Βαρκελώνης, ήταν μέλος της ομάδας που ονομάστηκε Dream Team (ομάδα όνειρο), και η όποια θεωρείται ως η καλύτερη όλων των εποχών και όλων των αθλημάτων έχοντας στις τάξεις της για πρώτη φορά τους κορυφαίους επαγγελματίες καλαθοσφαιριστές, ανάμεσά τους, τα ιερά τέρατα: Λάρι Μπέρντ και Μάτζικ Τζόνσον. Τα αποτελέσματα της ομάδας μοναδικά: μέσο όρο πόντων ολυμπιακό ρεκόρ 117,3 πόντων ανά παιχνίδι ενώ η ομάδα κέρδισε με μέσο όρο 43,8 πόντους διαφορά και ο κοντινότερος αντίπαλος ήταν με 32 πόντους (117–85 απέναντι στην Κροατία στο παιχνίδι του χρυσού μεταλλίου). Στον τελικό ο Τζόρνταν σημείωσε 22 πόντους, και ήταν αυτός που περιόρισε επιθετικά το Ντράζεν Πέτροβιτς που ήταν ο κύριος υπεύθυνος για την πρωτοπορεία των Κροατών στο 10:16 με 25–23, ενώ ήταν και πρώτος στα κλεψίματα στη διοργάνωση με 37.

Διακρίσεις
Σχεδόν όλη του την καριέρα την πέρασε στους Σικάγο Μπουλς στους οποίους ηγήθηκε στην δημιουργία της δυναστείας της ομάδας που κατέκτησε 6 πρωταθλήματα σε 8 χρόνια μέσα στην δεκαετία του 1990. Ο Μάικλ έγινε 6 φορές πρωταθλητής ΝΒΑ (1991, 1992, 1993, 1996, 1997, 1998) και ισάριθμες MVP των τελικών (1991, 1992, 1993, 1996, 1997, 1998). Είναι 5 φορές MVP (1988, 1991, 1992, 1996, 1998), 14 φορές All Star (1985–1993, 1996–1998, 2002–2003) και 3 φορές MVP του All Star Game (1988, 1996, 1998). Επίσης ήταν Rookie της χρονιάς το 1985, κορυφαίος αμυντικός το 1988, 10 φορές πρώτος σκόρερ (1987–1993, 1996–1998), 3 φορές κορυφαίος στα κλεψίματα (1988, 1990, 1993) και 10 φορές μέλος της καλύτερης πεντάδας (1987–1993, 1996–1998). Το 1985 έγινε μέλος της καλύτερης Rookie πεντάδας αλλά και της δεύτερης καλύτερης στο πρωτάθλημα, ενώ 9 φορές ήταν μέλος της καλύτερης αμυντικής πεντάδας (1988–1993, 1996–1998). Τέλος, ο Μάικλ Τζόρνταν έχει κερδίσει δύο φορές τον διαγωνισμό καρφωμάτων στο All Star (1987-1988) και είναι πρωταθλητής και στο NCAA το 1982. Κατέχει επίσης δύο Χρυσά σε Ολυμπιακούς Αγώνες (1984 & 1992).

Εκτός παρκέ
Στην προσωπική του ζωή έχει παντρευτεί δύο φορές και έχει αποκτήσει πέντε παιδιά. Ο «Air» είναι ιδιοκτήτης των Σάρλοτ Χόρνετς, ενώ έχει αναπτύξει και φιλανθρωπικές δραστηριότητες. Από το 2001 έως το 2014, διοργάνωσε ετήσιο τουρνουά γκολφ, το Michael Jordan Celebrity Invitational, που συγκέντρωσε χρήματα για διάφορες φιλανθρωπικές οργανώσεις. Το Ίδρυμα Make-A-Wish τον ονόμασε κύριο πρεσβευτή ευχών το 2008. Από το 2019, έχει συγκεντρώσει περισσότερα από 5 εκατομμύρια δολάρια για το Ίδρυμα. Χρηματοδότησε επίσης δύο κλινικές για το Novent Health Michael Jordan στο Σάρλοτ της Βόρειας Καρολίνας που προορίζονται για ανασφάλιστους το 2017, η πρώτη δίνοντας 7 εκατομμύρια δολάρια, τη μεγαλύτερη δωρεά που είχε κάνει τότε, ενώ ακολούθησε και η δεύτερη το 2019. Στις 5 Ιουνίου 2020, μετά τις διαμαρτυρίες μετά τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ ο ίδιος σε συνέντευξή του τόνισε το «αρκετά ως εδώ» για τα φυλετικά κρούσματα στις ΗΠΑ, και ο ίδιος και το εμπορικό σήμα του ανακοίνωσαν ότι θα δωρίσουν 100 εκατομμύρια δολάρια τα επόμενα 10 χρόνια σε οργανισμούς αφιερωμένους στην «διασφάλιση της φυλετικής ισότητας, κοινωνικής δικαιοσύνης και διευκόλυνσης πρόσβασης στην εκπαίδευση».

«Έχω αστοχήσει σε περισσότερα από 9000 σουτ στην καριέρα μου. Έχασα σε 300 περίπου ματς. Σε 26 περιπτώσεις, με εμπιστεύτηκαν για το τελευταίο σουτ και αστόχησα. Απέτυχα ξανά και ξανά σε όλη την διάρκεια της ζωής μου. Γι’ αυτό και πέτυχα».

Από: https://mikrofwno.gr/

Powered by piperaris

Μην το χάσεις

Journal

Δείτε επίσης