Παρασκευή, 19 Απριλίου, 2024

Εγγραφή στο Newsletter

Limassol Today - Asset 10
ΑΡΧΙΚΗΑΘΛΗΤΙΚΑ ΚΥΠΡΟΣΤο Πρωτάθλημα της Κολομβίας που έκανε τους Πινκ Φλόιντ να μην παίξουν...

Το Πρωτάθλημα της Κολομβίας που έκανε τους Πινκ Φλόιντ να μην παίξουν ποτέ εκεί

Στα τέλη της δεκαετίας του 1980 και στις αρχές αυτής του 1990 οι ροκ συναυλίες αλληλεγγύης είχαν γίνει μόδα. Παράλληλα στην Κολομβία υπήρχε ένας ανοιχτός πόλεμος ανάμεσα στα καρτέλ της κοκαΐνης. Μέσα σε αυτό το σκηνικό το 1992 κάποιοι είχαν την καταπληκτική ιδέα να διοργανώσουν μια μεγάλη συναυλία ώστε να ευαισθητοποιήσουν τους Κολομβιανούς σε θέματα οικολογίας. Ονόμασαν τη συναυλία «Εκομούνδο 1992» και πήραν τηλέφωνο τον Τσούτσο Μερτσάν ώστε να τους βοηθήσει.

Ο Τσούτσο Μερτσάν ήταν ένας μπασίστας διεθνούς φήμης (όσο γίνεται για ένα μπασίστα βέβαια), που γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Κολομβία, αλλά έκανε σπουδές καλών τεχνών και μουσικής στην Καλιφόρνια και το Λονδίνο. Ξεκίνησε ως τζαζίστας πριν μεταπηδήσει στο ροκ στις αρχές των 80s. Το 1992 βρίσκεται στο Λονδίνο, έχει καλό όνομα και έχει ήδη συνεργαστεί με μεγάλα ονόματα του χώρου. Έχει υπάρξει μέλος των Πριτέντερς, των Γιουρίθμιξ, έχει συνεργαστεί με τον Τζορτζ Χάρισον, τον Ντέιβιντ Γκίλμουρ, τον Ρότζερ Ντάλτρεϋ και τον Πιτ Τάουνσεντ των «Χου» και τον Μάικ Όλντφιλντ. Ευαισθητοποιημένος για θέματα της οικολογίας και γεννημένος χίπης, ο Μερτσάν κάνει αυτό που κάθε λογικός άνθρωπος θα έκανε στη θέση του. Δέχεται την πρόταση.

Με μια δόση ακόμα μεγαλύτερης γραφικότητας, οι διοργανωτές αποφάσισαν η συναυλία να μη γίνει στην Μποκοτά, αλλά στο Κάλι (αποκέντρωση, πιο κοντά στη φύση κτλ.). Ο Μερτσάν με το ρομαντισμό του εμιγκρέ μιλάει με τους φίλους του στην Αγγλία και πείθει τον Γκίλμουρ, τον Ντάλτρεϋ, τους Κουλ εντ δε Γκανγκ, τον Φιλ Μανζανέρα και τη Τζούλιετ Ρόμπερτς (την τραγουδίστρια της τζαζ, όχι την ηθοποιό) να συμμετάσχουν. Το παραπάνω έγινε εφικτό επειδή οι διοργανωτές έδωσαν μια μεγάλη προκαταβολή στον Μερτσάν για τα έξοδα μετακίνησης και τις πρόβες. Έτσι πείστηκε και ο ίδιος ότι το πράγμα είναι σοβαρό, ενώ παράλληλα τον χτύπησαν και στο φιλότιμο με το επιχείρημα «Να δείξουμε στον κόσμο ότι στην Κολομβία υπάρχουν και όμορφα πράγματα και όχι μόνο ναρκέμποροι».

Η συναυλία είχε προγραμματιστεί για τις 4 Δεκεμβρίου του 1992 στο Ολυμπιακό Στάδιο Πασκουάλ Γκερέρο το οποίο χρησιμοποιεί σαν έδρα και η Αμέρικα Κάλι. Και εδώ ξεκινάνε τα προβλήματα. Η Αμέρικα ήταν πρωτοπόρος του πρωταθλήματος Απερτούρα της Κολομβίας με μόλις 2 βαθμούς διαφορά από τη δεύτερη Δεπορτίβο Κάλι. Έμεναν μόνο 3 ματς για να κριθεί ο τίτλος, προγραμματισμένα για τις 5 Δεκεμβρίου, τις 12 και τις 20. Όλα αυτά σε ένα κλασικά υπέροχο λατίνικο σύστημα με ομίλους 4 ομάδων μετά από την κανονική δάρκεια του πρωταθλήματος, όπου υπήρχε μπόνους θέσης με δεκαδικά ψηφία, 1 πόντος για τον 1ο, 0,75 για το 2ο, 0,5 για τον 3ο και 0,25 για τον 4ο. Στις 5/12 η Αμέρικα Κάλι έπαιζε εντός έδρας με τη Νασιονάλ και η συναυλία την αμέσως προηγούμενη μέρα στο γήπεδο που θα διεξαγόταν ο αγώνας δεν κάθισε πολύ καλά στους ιδιοκτήτες της.

Iδιοκτήτες της Αμέρικα ήταν οι αδερφοί Ροδρίγκες Ορεχουέλα, αρχηγοί του καρτέλ του Κάλι. Το 1992 σε μια Κολομβία που ο Εσκομπάρ σκοτώνει από χόμπι, το καρτέλ του και αυτά των Πάτσο Ερέρα και Ροδρίγκες Ορεχουέλα έχουν ανοιχτό πόλεμο μεταξύ τους. Στους δρόμους του Κάλι «μύριζε αίμα, μολύβι και φόβο», όπως είπε ο ίδιος ο Μερτσάν. Η πόλη ήταν στο έλεος του καρτέλ και ένα τέτοιο γεγονός όπως μια συναυλία για θέματα οικολογίας ακουγόταν κάπως παράδοξο.

Ο μάνατζερ του Γκίλμουρ ήταν εξ αρχής πολύ αρνητικός για όλο το ιβέντ. Την ίδια περίοδο διοργάνωνε παγκόσμια περιοδεία με τους Πινκ Φλόιντ και αυτή η τρέλα του καθόταν πολύ άσχημα. Από την πρώτη στιγμή που οι καλεσμένοι προσγειώθηκαν στο Κάλι, ο μάνατζερ επιβεβαιώθηκε. Οι διοργανωτές ήταν άφαντοι, μαζί και τα χρήματα που είχαν υποσχεθεί για τα μεταφορικά και το ξενοδοχείο. Τα 25 άτομα που είχε φέρει ο Μερτσάν από την Αγγλία, όλοι τους μουσικοί, πήγαν στο ξενοδοχείο και βρήκαν στην είσοδο να τους περιμένουν 4 εκτελεστές του καρτέλ. Ο Μερτσάν κατάλαβε τι παιζόταν αλλά έκανε στους φίλους του τον Ρομπέρτο Μπενίνι στο «Λα βίτα ε μπέλα», λέγοντάς τους ότι είναι θαυμαστές που ήρθαν να τους δουν από κοντά. Την ίδια στάση κράτησε σε όλη τη διάρκεια αυτής της τετραήμερης παράνοιας. Η τελευταία του υποψία ότι όλο αυτό θα μπορούσε με κάποιο τρόπο να εξελιχθεί καλά έφυγε όταν πήγε στο δωμάτιο και είδε αιμόφυρτο έναν από τους διοργανωτές. Αργότερα έμαθε ότι ένας άλλος διέφυγε μετά από τις απειλές του καρτέλ. Παρ’όλα αυτά ο Μερτσάν αποφάσισε να προχωρήσει με κάθε κόστος ώστε να γίνει το ιβέντ. Ανέλαβε προσωπικά το κόστος και δέχτηκε να κάνει τον παλιάτσο στον Γκίλμουρ, τον Ντάλτρεϋ και τους υπόλοιπους μουσικούς.

Στα δύο παραπάνω προβλήματα προστίθεται και το σαμποτάζ της συναυλίας. Τα τσιράκια του καρτέλ φροντίζουν να μην υπάρχουν αναφορές στα τοπικά μέσα, θάβουν γενικά το θέμα και πηγαίνουν με τις παραδοσιακές ενδυμασίες, δηλαδή κουμπούρια και ματσέτες, στο γήπεδο για να παρενοχλήσουν τους μουσικούς που κάνουν πρόβες ενώ την ίδια ώρα ο Μερτσάν είναι γενικά άφαντος διότι προσπαθεί να κάνει τον διαπραγματευτή ώστε τουλάχιστον να φύγουν όλοι ζωντανοί από εκεί. Υπάρχει ένα μαγικό στιγμιότυπο με τον Γκίλμουρ να ρωτάει σε μια πρόβα σε άπταιστα Σπάνγκλις «Ντόντε εστά έστε μπασξίστα;» (Πού είναι αυτός ο μπασίστας;). Δεν υπάρχει ηχοληψία, τα όργανα και όλα τα ηλεκτρικά είναι επιπέδου πανηγυριού μπατσάτα ι πλάτανο στο 177ο χλμ Μποκοτά – Μεντεγίν (θρυλείται ότι ήταν τα ίδια που είχαν χρησιμοποιηθεί 5 μέρες πριν σε συναυλία των Γκανς Ν Ρόουζις στη Μποκοτά όπου λόγο βροχής παραλίγο να πάθουν ηλεκτροπληξία όλοι) και υπάρχουν συνεχώς μπράβοι και εκτελεστές να γυρνάνε σα καρχαρίες γύρω από τη σκηνή.

Η μέρα της συναυλίας φτάνει. Το γήπεδο έχει χωρητικότητα 30.000 θεατές αλλά σε αυτό βρίσκονται λιγότεροι από 5.000 άνθρωποι. Οι προσπάθειες δυσφήμισης του καρτέλ έπιασαν τόπο καθώς οι περισσότεροι κάτοικοι του Κάλι πίστεψαν ότι η συναυλία ήταν φάρσα. Ο ήχος είναι απαράδεκτος και οι πρώτοι που βγαίνουν στη σκηνή, οι Αργεντίνοι Ράτα Μπλάνκα, δέχονται μπουκάλια από το κοινό. Το ίδιο θα συμβεί με τη Ρόμπερτς και τον Φιλ Μανζανέρα (του οποίου η μητέρα ήταν Κολομβιανή). Η μεγάλη στιγμή έρχεται λίγο μετά. Ο Ντέιβιντ Γκίλμουρ βγαίνει στη σκηνή και ξαναλέει το «Ντόντε εστά έστε μπασξίστα;». Ο Μερτσάν εμφανίζεται, τον αγκαλιάζει και του λέει «Δε θα προσπαθούσα να σε εξαπατήσω ποτέ εγώ». Παίζουν κανονικά, λίγο μετά βγαίνει και ο Ντάρλεΰ λέγοντας «καλησπέρα στο χάος του Κάλι» και τα δυο μεγάλα ονόνοματα της βραδιάς παίζουν και μαζί.

Όταν η συναυλία ολοκληρώνεται οι χαρούμενοι που επιβίωσαν μουσικοί πάνε στο ξενοδοχείο να μαζέψουν τα πράγματά του και να φύγουν από το ονειρικό Κάλι. Στη ρεσεψιόν τα 25 άτομα της αποστολής βρίσκουν την αστυνομία να τους έχει κλείσει με κορδέλα και μπλόκο την έξοδο και να τους λέει ότι αν δεν αποπληρωθούν πλήρως τα χρωστούμενα στο ξενοδοχείο δε φεύγουν. Για τους Βρετανούς αυτό ήταν ένα σοκ διότι ο Μερτσάν είχε φτιάξει ως τότε μια φούσκα για να μην καταλάβουν τι πραγματικά συμβαίνει. Τελικά, ο Μερτσάν έβαλε ξανά το χέρι στην τσέπη και πλήρωσε αρχικά την αστυνομία, ώστε να τους αφήσει να φύγουν, και μετά το ξενοδοχείο. Ο ίδιος δήλωσε ότι το Εκομούνδο 1992 του κόστισε προσωπικά περίπου 40 εκατομμύρια δολλάρια.

Αφού κατάφεραν να φύγουν σώοι και αβλαβείς, ο Γκίλμουρ επέστρεψε στο Λονδίνο και έβαλε όρο στο μάνατζέρ του να μην κανονίσει ποτέ συναυλία στην Κολομβία, διότι δεν ήταν διατεθειμένος να ξαναπάει εκεί. Όλα αυτά ενώ ο μάνατζερ είχε ήδη στην ατζέντα για την περιοδεία των Πινκ Φλόιντ την Μποκοτά. Κάπως έτσι το ματς της Αμέρικα Κάλι με τη Νασιονάλ στις 5 Δεκεμβρίου του 1992 έγινε έμμεσα η αφορμή να μην παίξουν ποτέ οι Πινκ Φλόιντ στη χώρα. Η Αμέρικα πάντως κέρδισε 2-0 τη Νασιονάλ και 1-2 την Δεπορτίβο Κάλι στον τελικό του πρωταθλήματος και κατέκτησε τον τίτλο. Ενδιάμεσα είχε φέρει ισοπαλία 1-1 με τη Σάντα Φε.

Οι Κολομβιανοί μπορεί να μην είδαν ποτέ τους Πινκ Φλόιντ στη σκηνή, όμως οι οπαδοί της Αμέρικα Κάλι και το καρτέλ των Ροδρίγκες Ορεχουέλα πανηγύρισαν το Απερτούρα του 1992.

Powered by piperaris

ΠηγήEl Sombrero

Μην το χάσεις

Journal

Δείτε επίσης