Σάββατο, 3 Ιουνίου, 2023

Εγγραφή στο Newsletter

Limassol Today - Asset 10
ΑΡΧΙΚΗΣΤΗΛΕΣΑΝΕΥ ΟΡΩΝΗ μητρότητα είναι ομαδικό άθλημα
#ΣΤΗΛΕΣ:

Η μητρότητα είναι ομαδικό άθλημα

Γράφει ο Αντώνης Ανδρουλιδάκης*

Όλοι, κάποτε, κάποια στιγμή στη ζωή μας, υπήρξαμε παιδιά χωρίς μητέρα. Όχι μόνο γιατί ίσως η μητέρα να έλειπε, αλλά ακόμη κι αν η μητέρα ήταν κάπου εκεί, δίπλα μας και μας αγαπούσε.

Κι’ ύστερα, όταν είμασταν πια γονείς, είναι σίγουρο πως κι εμείς, άλλο τόσο, αφήσαμε τα παιδιά μας χωρίς γονείς.

Ίσως να λείπαμε στη δουλειά, ίσως να είμασταν κουρασμένοι, ίσως απογοητευμένοι από την ίδια τη ζωή μας, ίσως πολύ στρεσαρισμένοι μες στο καθημερινό τρεχαλητό, ίσως άρρωστοι, ίσως γιατί οι «ειδικοί» μας είπαν πως χρειάζεται να αφήνουμε τα βρέφη να κλαίνε, ίσως νοιώθαμε αβοήθητοι, ίσως βρεθήκαμε σε απόγνωση ή σε κατάθλιψη. Όλα αυτά τα «ίσως» εγκατέλειψαν τα παιδιά μας, έστω και για λίγο, χωρίς γονείς.

Όλοι μας, κάποια στιγμή, υπήρξαμε παιδιά χωρίς μητέρα.

Και είναι σίγουρο πως γι’ αυτό δεν φταίμε καθόλου εμείς. Όπως προφανώς ούτε τα παιδιά μας.

Αλλά η απουσία μας υπήρξε ιδιαίτερα τραυματική στην ψυχοσυναισθηματική τους ανάπτυξη. Όπως και η απουσία της δικιάς μας μητέρας υπήρξε ιδιαίτερα τραυματική στην ανάπτυξη μας.

Γιατί οι άνθρωποι, περισσότερο απ’ όλα τα υπόλοιπα θηλαστικά, έχουμε ανάγκη την παρουσία της φροντιστικής μας φιγούρας, με τους ίδιους πάνω-κάτω όρους που ένα φυτό έχει ανάγκη το χώμα ή το νερό. Είναι δηλαδή ζήτημα ζωής ή θανάτου και μάλιστα για αρκετά χρόνια μετά την γέννηση μας.

Οι πρωτόγονες φυλές το ήξεραν αυτό, για χιλιάδες χρόνια, καλύτερα απ’ ότι ξέρει ο δυτικός πολιτισμός-που νομίζει ότι όλα τα ξέρει, γι’ αυτό και όπου κι αν πήγαιναν κουβαλούσαν τα παιδιά τους μαζί, δεν τα άφηναν ποτέ να κλαίνε απαρηγόρητα και δεν ασκούσαν κανενός είδους βία για να τα αναγκάσουν να πειθαρχήσουν.

Κι’ όμως εμείς μεγαλώσαμε σε μια κουλτούρα στηριγμένη στην εσφαλμένη πεποίθηση ότι τα παιδιά πρέπει να σκληραγωγούνται ώστε να είναι αυτάρκη. Ότι δηλαδή θα ήταν πιο ευτυχισμένα αν αφήνονταν στη τύχη τους και κάπως έτσι θα διδάσκονταν να ηρεμούν μόνα τους τον εαυτό τους. 

Όπως αναφέρουν οι Amir Levine και Rachel Heller, «στη δεκαετία του 1940 οι ειδικοί προειδοποιούσαν ότι το «χάιδεμα» θα είχε ως αποτέλεσμα ανασφαλή παιδιά που θα γίνονταν συναισθηματικά ασθενείς και κακά προσαρμοσμένοι ενήλικες. Είπαν ότι οι γονείς δεν πρέπει να δίνουν μεγάλη προσοχή στα βρέφη τους και να τους επιτρέψουν να κλαίνε για ώρες, ώστε να τα εκπαιδεύσουν σε ένα αυστηρό πρόγραμμα. Παιδιά στα νοσοκομεία απομονώθηκαν από τους γονείς τους, που μπορούσαν να τα επισκέπτονται μόνο μέσα από ένα γυάλινο παράθυρο.

Η κοινή πεποίθηση ήταν ότι έπρεπε να τηρηθεί μια σωστή απόσταση μεταξύ των γονέων και των παιδιών τους, και η σωματική στοργή έπρεπε να μοιράζεται με φειδώ».

Πρόκειται για μια κουλτούρα που, αποθεώνοντας την ιδέα της ανεξαρτησίας περιφρονεί την οικειότητα, εγγύτητα, σύνδεση, σχέση, δηλαδή την πιο βαθιά ανθρώπινη ανάγκη, ορίζοντας την μάλιστα απαξιωτικά ως εξάρτηση.

Δεν υπάρχει αμφιβολία πως οι αντιλήψεις αυτές είναι ως τις μέρες μας βαθιά ριζωμένες στη συλλογική κουλτούρα μας. Κι ας υπάρχουν πλέον εκατοντάδες επιστημονικές έρευνες που έχουν καταστήσει σαφές πως η συναισθηματική σύνδεση μεταξύ του βρέφους και του φροντιστή είναι τόσο απαραίτητη για την επιβίωση του παιδιού όσο το φαγητό και το νερό.

Σήμερα πλέον γνωρίζουμε, όπως εύστοχα το ορίζει ο Gabor Mate, πως «Το τραύμα δεν είναι ό,τι κακό μας συμβαίνει, αλλά όσα συμβαίνουν μέσα μας ως αποτέλεσμα όσων μας έχουν συμβεί. Και αυτό το Τραύμα είναι ο κοινός παρονομαστής για όλα μας τα βάσανα, τις ψυχικές διαταραχές και τις σωματικές ασθένειες από τις οποίες υποφέρουμε».

Με δυό λέξεις, το τραύμα είναι η αποσύνδεση από τον Εαυτό. Και γιατί συμβαίνει αυτή η αποσύνδεση; Γιατί στην απεγνωσμένη προσπάθεια μας, όταν είμασταν βρέφη, παιδιά ή ακόμη και μέσα στην κοιλιά της μάνας μας, να συνδεθούμε, η φροντιστική μας φιγούρα δεν ήταν εκεί. Κι έτσι η μόνη λύση ήταν να αποσυνδεθούμε από τα δυσβάσταχτα συναισθήματα που γεννούσε η απουσία της. Και από τότε, έως σήμερα, έχουμε χάσει τον Εαυτό μας και η διαδικασία να τον ανακαλύψουμε εκ νέου πονάει πολύ.

Ξέρουμε πια, ότι όπως η όραση ενός παιδιού δεν θα αναπτυχθεί ποτέ αν το παιδί μεγαλώσει στο σκοτάδι-ακόμη κι αν δεν υπήρχε εξ αρχής κανένα σχετικό βιολογικό πρόβλημα- έτσι ακριβώς και η ικανότητα ενός ανθρώπου να είναι σε επαφή με το συναίσθημα του, η ικανότητα του να το ρυθμίζει και να προσαρμόζει ανάλογα τη συμπεριφορά του, η ικανότητα του να είναι στοργικός, ευαίσθητος, κοινωνικός, «ανθρώπινος», η ικανότητα του να είναι ο αληθινός εαυτός του, δεν θα αναπτυχθεί ικανοποιητικά αν σαν παιδί μεγαλώνει μέσα σε συνθήκες απουσίας συνδέσεων και άρα αυξημένου στρες. Ακριβώς γιατί, ο εγκέφαλος προκειμένου να επιβιώσει το παιδί -και αφού ούτε να φύγει μπορεί, ούτε να αντισταθεί- θα μουδιάσει/νεκρώσει τις σχετικές συναισθηματικές του λειτουργίες.

Όλα αυτά σημαίνουν πως φταίει η μητέρα, πως φταίνε οι γονείς; Όχι βέβαια! Μήπως αυτό σημαίνει πως οι σημερινοί γονείς δεν αγαπούν αρκετά τα παιδιά τους; Απολύτως όχι!

Όλα αυτά σημαίνουν πως αναθέσαμε έναν κρίσιμο ομαδικό ρόλο, αυτόν της μητρότητας, σχεδόν αποκλειστικά στην γυναίκα, επιβαρύνοντας την μάλιστα με πρόσθετους άλλους ρόλους, της εργαζόμενης, της συζύγου, της φροντίστριας ολόκληρης της οικογένειας, ακόμη-ακόμη και της οικογένειας καταγωγής της. Στην επιλόχεια κατάθλιψη, για παράδειγμα, μπορούμε να δούμε καθαρά την πιεστική σύνθλιψη που υφίσταται ο γυναικείος ψυχισμός.   

Η μητέρα έχει χάσει κι εκείνη την σύνδεση με τον Εαυτό της, παγιδευμένη όχι μόνο στα δικά της τραυματικά βιώματα από την παιδική της ηλικία, αλλά και από την ανάγκη να είναι συχνά το συναισθηματικό αμορτισέρ για την απορρόφηση των συναισθηματικών κραδασμών ολόκληρης της οικογένειας. Ακόμη και των συναισθηματικών κραδασμών του συζύγου-πατέρα που παγιδευμένος κι εκείνος στα παιδικά τραυματικά του βιώματα προσδοκεί από εκείνη να είναι τώρα μια βελτιωμένη version της μητέρας του.

Η μητρότητα είναι ομαδικό άθλημα. Και αυτό πάει να πει πως η μητρότητα απαιτεί ένα ευρύ υποστηρικτικό δίκτυο ανθρώπων, αυτό που παλαιότερα προσέφερε η Κοινότητα. Η μητρότητα απαιτεί, όχι μόνο, τον άντρα φροντιστή της μητέρας, αλλά και τα «κοινωνικά αδέλφια» μας, τους «κοινωνικούς γονείς» μας και τα «κοινωνικά παιδιά» μας, όπως εύστοχα το ορίζει ο στοχαστής της ελευθερίας και της οικολογίας Murray Bookchin.

Όσο δεν συμβαίνει αυτό τα παιδιά θα τραυματίζονται, χάνοντας τη σύνδεση με τους γονείς τους και με τον ίδιο τους τον εαυτό, όπως προηγούμενα συνέβη και στους ίδιους τους γονείς τους. Το παιδί χάνει τον εαυτό του, ψάχνοντας την μάνα του.

Και από όλη αυτή τη υπαρξιακή στρέβλωση, ένας μόνο κερδίζει: το κυρίαρχο κοινωνικο-οικονομικό σύστημα που πουλάει κάθε λογής παυσίπονα, από φάρμακα έως την κατανάλωση και τις εξαρτήσεις, για να ανακουφίσει την οδύνη που το ίδιο προκαλεί, ενώ ταυτόχρονα ανανεώνει την ισχύ του, αναπαράγοντας τον ασύνδετο/ά-σχετο και τραυματισμένο ανθρωπολογικό τύπο που χρειάζεται για να υπάρξει.   

*ΜSc, Αναπτυξιακός & Κοινωνικός Ψυχολόγος.

Μην το χάσεις

Journal

Δείτε επίσης