Παλιές οι πόρτες και οι τοίχοι ξεβαμμένοι
κάποτε τα ‘κρυβε όλα μια κληματαριά
τώρα δεν έχει να ζηλέψει η γειτονιά
έτσι που μοιάζει με ωραία θυμωμένη
κι ας μην χαλούν
την ησυχία πια παιδιά.
Το τελευταίο τραγούδι για την Άννα
Παίζει στο ράδιο το κλάμα μιας γενιάς
Πόσο σε πλήγωσε ο Αύγουστος ρε μάνα
Και τα ρολόγια πώς σταμάτησαν για μας…
Στενοί οι δρόμοι και η νιότη μας να καίει
μ’ ένα ποδήλατο ξεχείλιζε η μαγκιά
πού να ‘βρει τώρα περιθώρια η καρδιά
φωτογραφίες μα η συγκίνηση δεν λέει
κι ας υποκρίνεται πως είναι όπως παλιά.
Σήμερα η μέρα είναι πολύ φορτισμένη για να γραφτούν κείμενα. Πέρασα προχθές το οδόφραγμα. Μπήκα για πρώτη φορά στο κομμάτι της περίκλειστης πόλης που έχουν διανοίξει…
Ακόμα δεν μπορώ να συνέλθω. Θα επανέρθω με ιστορικές, αρχιτεκτονικές, κοινωνικές περιγραφές μόλις βάλω το αρχείο και το μυαλό σε τάξη. Δεν αξίζει στην Αμμόχωστο τέτοια μέρα μια πρόχειρη αναφορά. Αξίζουν τόνοι αράδων και λεπτομέρεια.