Πέμπτη, 28 Μαρτίου, 2024

Εγγραφή στο Newsletter

Limassol Today - Asset 10
ΑΡΧΙΚΗΣΤΗΛΕΣΜΟΝΟΛΟΓΟΣ"Φαίνεσθαι" VS "είναι"
#ΣΤΗΛΕΣ:

“Φαίνεσθαι” VS “είναι”

Γράφει η Μαρίνα Αρμεύτη*

Χαρακτηριστικό δείγμα της Κυπριακής κοινωνίας η εμμονή στην ύπαρξη της στολής στα σχολεία Δημοτικής και Μέσης εκπαίδευσης. Γιατί της Κυπριακής κοινωνίας; Γιατί είναι η κοινωνία που έχει αποδείξει πως δίνει τεράστια έμφαση στο «φαίνεσθαι» αντί στο «είναι». Να δείξουμε, να αποδείξουμε, να επιδείξουμε να “δουν” τελοσπάντων οι άλλοι, την χώρα μας, το σπίτι μας και πίσω από τη βιτρίνα βρωμιά και δυσωδία: πολιτική διαφθορά, πελατειακές σχέσεις πολίτη – πολιτικού, σεξουαλική κακοποίηση μέσα στην οικογένεια, μέσα στους χώρους εργασίας, πισώπλατες μαχαιριές συναδέλφων, έλλειψη αξιοκρατίας, συγκάλυψη εγκλημάτων μικρών και μεγάλων κι ο γείτονας που νηστεύει μα τρώει ανθρώπους νύχτα – μέρα.

Στα 37 χρόνια που μπαινοβγαίνω στα σχολεία (12 ως μαθήτρια και 25 ως καθηγήτρια) έζησα άπειρα περιστατικά με επίκεντρο την τήρηση των κανονισμών της στολής. Προσωπικά το ομολογώ, δεν μπόρεσα να βρω νόημα στην ύπαρξή της! Πάντα το έβρισκα αγενές να μου πει ο άλλος τι να φορέσω, ποιο χρώμα, ποιο σχήμα (φούστα στενή ή με πιέττες;), πως θα είναι τα μαλλιά μου ή η φάτσα μου. Το βρίσκω πολλαπλάσια αγενές να πω εγώ σε ένα παιδί πως να φτιάξει το κούρεμά του, τι ρούχα να φορέσει, πως θα είναι το μούτρο του, το πρόσωπό του, το οποίο κουβαλά σε 1002 δραστηριότητες και εκτός σχολείου.

Μια βασική αρχή που έμαθα από τη μητέρα μου η οποία ήταν δασκάλα είναι η εξής: μπροστά σου έχεις τον κύριο Γιάννη και την κυρία Μαρία. Αυτό μόνο μου είπε όταν πρωτοδιορίστηκα και ήταν η αρχή που έγινε πυξίδα μου. Και η αλήθεια είναι πως αν το θυμάται αυτό ο εκπαιδευτικός προσπαθεί να πείσει, όχι να επιβάλει. Έτσι, αν ο κύριος Γιάννης είναι μουσικός, ποδοσφαιριστής ή διάκονος και θέλει να έχει την κοτσίδα του γιατί να του το στερήσω; Αν η κυρία Μαρία είναι ζωγράφος και θέλει τα μαλλιά της μπλε, εμένα γιατί να με πειράξει; Αν ο κύριος Κουρός είναι παθιασμένος επιστήμονας και θέλει να μένει ακούρευτος κι αξύριστος εγώ γιατί να πρέπει να του ζητήσω εξηγήσεις; Έχω την εντύπωση πως για χάρη μιας ψευδεπίγραφης κοινωνικής ισότητας ισοπεδώσαμε την πιο βασική δημοκρατική αρχή: την αποδοχή της διαφορετικότητας.

Η ενδυμασία δεν αποτελεί πια την μόνη ένδειξη του κοινωνικού στάτους. Υπάρχουν τα κινητά, η τσάντα, το παπούτσι, το Instagram που φανερώνει ακόμα και τα εσώρουχα που φορούν οι έφηβοι (χμ,χμ αυτό κι αν είναι ανησυχητικό αν με ρωτάτε)! Το επιχείρημα της ισότητας είναι τόσο αστείο όσο το κεφάλι του στρουθοκάμηλου στο χώμα.

Από την άλλη ας δούμε και την πρακτική πτυχή του θέματος με γνώμονα πάντοτε το συμφέρον των παιδιών και της κοινωνίας. Ας γίνει επιτέλους μια έρευνα. Ποια τα υπέρ, ποια τα κατά. Πόσος χρόνος, ποιο το κόστος, ποιο το όφελος το ηθικό, το λειτουργικό, το συμβολικό. Αν κάποιος εργάζεται στο σχολείο γνωρίζει καλά τον χρόνο ο οποίος σπαταλιέται για την «διαφύλαξη» της στολής λες κι αποτελεί την κορωνίδα της εκπαίδευσης. Χρόνος να πας περιπολία (ναι, περιπολία στις τάξεις εν ώρα μαθήματος) να ελέγξεις αν τηρούνται οι κανονσιμοί, χρόνος να καλέσεις το παιδί στο γραφείο σου, χρόνος να καλέσεις τον γονιό στο τηλέφωνο, χρόνος να ετοιμάσεις γραπτή καταγγελία, χρόνος να συγκληθεί ο σύλλογος να αποφασίσει αν η αντίδραση του μαθητή ήταν επιθετική (που συνήθως είναι) άρα επιβάλλεται περαιτέρω τιμωρία και πάει λέγοντας.

Η δεύτερη μεγάλη θυσία ( η πρώτη ήταν η αποδοχή) για χάρη της στολής είναι η σχέση καθηγητή/τριας – μαθητή/τριας. Αν θέλει κάποιος να βάλει στο μικροσκόπιο την επιμονή στην ύπαρξη του θεσμού της στολής, θα πρέπει να το δει με πνεύμα ανοιχτό. Ας ξεκινήσουμε ανάποδα: ποιοι τρέμουν στην ιδέα της κατάργησης της στολής; Αναμφισβήτητα η φαινομενική ομοιομορφία και ο καθωσπρεπισμός δίνουν μια ψευδάισθηση ελέγχου και ασφάλειας, κυρίως στους πιο συντηρητικούς εκπαιδευτικούς. Στις δε χειρότερες περιπτώσεις μπορεί κανείς να διακρίνει και μια αίσθηση απόλαυσης της εξουσίας που κάποιος μπορεί να ασκήσει πάνω σε άλλα άτομα.

Είμαι δε πεπεισμένη, πως ταυτόχρονα ισχύει και το άλλο το περίφημο της Κυπριακής πραγματικότητας του “έτσι τα βρήκα έτσι τα αφήνω”. Το πιο λυπηρό όμως είναι, πως τα παιδιά, ειδικά τα πιο πειθαρχημένα και “προκομμένα”*, έχουν πειστεί για την αναγκαιότητά της στολής χωρίς διάθεση αμφισβήτησης και κριτικής σκέψης. Για αυτά τα παιδιά εγώ θα ανησυχούσα περισσότερο παρά για τα άλλα, τα “άτακτα”*.

Έχοντας κατά νου τα πιο πάνω, θεωρώ πως ήρθε η ώρα να ξεκινήσει ένας δημόσιος διάλογος που να εμπλέκει παιδιά, γονείς, καθηγητές, υπουργείο, ψυχολόγους, κοινωνιολόγους έτσι ώστε να προκύψει μια γόνιμη συζήτηση με πιο ασφαλή συμπεράσματα. Η εποχή του «δεν πείθω αλλά επιβάλλω» έχει παρέλθει. Όπως επίσης έχει παρέλθει και η εποχή του χαμένου χρόνου. Σε έναν κόσμο ολότελα χαοτικό, ταχύτατα μεταβαλλόμενο και επικίνδυνο, τα παιδιά μας χρειάζονται δίπλα τους για να μπορούν να λένε «όχι» στις ουσίες, στη βία, στην παρανομία, στην αυτοκαταστροφική τους σιωπή. Αντί να μας ενδιαφέρει πως «φαίνονται» αυτά τα παιδιά ας ξοδέψουμε τον χρόνο μας να μάθουμε πως «είναι».

* Ας μου συγχωρεθεί ο διαχωρισμός. Ήταν αναγκαίος για να φωτογραφίσει μια πραγματικότητα και όχι για να στιγματίσει κάποια παιδιά.

Powered by kone"

Μην το χάσεις

Journal

Δείτε επίσης