Γράφει η Μαρίνα Αρμεύτη
Είχα, λέει, μπροστά μου τον φονιά του πατέρα μου σε ένα δικαστήριο. Έναν ηλικιωμένο, συρρικνωμένο άντρα. Ο δικαστής μου έδωσε ένα όπλο και ένα στυλό και μου είπε:
«Έχεις μια επιλογή μόνο. Πρέπει να διαλέξεις.
1. Έχεις δικαίωμα να τον σκοτώσεις
2. Έχεις δικαίωμα να γράψεις την αλήθεια που θα σου πει γιατί όσα σου πει ισχύουν»
Πέρασαν από μπροστά μου όλα. Τα Χριστούγεννα τα μαυροντυμένα, η μάνα μου νέα, όμορφη και ατέλειωτα λυπημένη, πτυχία, γάμοι, κι ο πατέρας να λείπει, η θέση στο τραπέζι κι αυτός να λείπει, χαρές, λύπες κι αυτός να λείπει. Εμένα μωρό να παρακαλώ να έρθει μια μόνο στιγμή να τον δω… κι αυτός να λείπει. Θόλωσα. Είπα θα τον σκοτώσω το φονιά! Μια απειροελάχιστη κίνηση του δείκτη στη σκανδάλη, μια στιγμή και τέλος.
Κι ύστερα ήταν κι η άλλη επιλογή. Να μάθω την αλήθεια. Η κοινωνία να μάθει την αλήθεια. Να μάθει τι σημαίνει μίσος, πλύση εγκεφάλου, φανατισμός, φασισμός, τρομοκρατία.
«Ξεκίνα» , του λέω.
Μιλούσε κι εγώ έγραφα.
Και πέφτανε σαν χάρτινοι πύργοι γύρω μου κτίρια κομμάτων, σημαίες, η Βουλή, μια εκκλησία, ένα σχολείο, μνημεία, αστυνομία, υπουργεία, σωματεία, το ίδιο το προεδρικό.
Όλα κατέρρευσαν κάτω από το βάρος της αλήθειας γιατί κτίσαμε τα 47 χρόνια που πέρασαν πάνω σε μισόλογα και μύθους, κούφια συνθήματα με αντίκρυσμα θέσεις εξουσίας.
Τον άκουγα και έγραφα. Ήταν φορές που έφτανα στα όρια μου μια με το θράσος και μια με την ηλιθιότητα του, όμως αυτό ήθελα. Να σας δείξω την αλήθεια. Το συμφέρον του τόπου απαιτεί την αλήθεια: ποιος, που, πότε, γιατί, πώς μπόρεσε, τι πίστευε, τι ακολούθησε, τι ένιωσε. Τι νιώθει; Νιώθει;
Απάντησε. Κανείς δεν ξέρει γιατί και πώς δεσμεύτηκε να ομολογήσει όλα όσα έκανε. Κανείς δεν ξέρει γιατί και πως βρήκα τη δύναμη να τον ακούω να λέει τις φρικτές λεπτομέρειες του εγκλήματός του. Ένα όμως είναι σίγουρο: για χάρη του μέλλοντος της πατρίδας μας, για χάρη των παιδιών μας πρέπει να επιλέγουμε ξανά και ξανά την αλήθεια. Να ξέρουν τι σημαίνει τρομοκρατία, εκβιασμός και καταπάτηση της δημοκρατίας.
Ήταν 27 χρονών.