Σάββατο, 27 Απριλίου, 2024

Εγγραφή στο Newsletter

Limassol Today - Asset 10
ΑΡΧΙΚΗΚΟΙΝΩΝΙΑΕίδα τη μάνα μου...

Είδα τη μάνα μου…

Γράφει η Μαρίνα Αρμεύτη

Το κείμενο αυτό δεν αποτελεί κριτική θεατρικής παράστασης, ούτε και προσπάθεια προώθησης ενός θεατρικού έργου. Γιατί το έργο αυτό ξεκίνησε να γράφεται πολύ πριν από τον Ιούλιο του ΄73 και είναι ένα έργο εν εξελίξει μέχρι σήμερα.

Στις 20 Οκτωβρίου είδα την παράσταση “Η μάνα του”, του Μιχάλη Παπαδόπουλου, σε σκηνοθεσία Αλεξίας Παπαλαζάρου. Στις 20 Οκτωβρίου ήμουν εκεί με τη μάνα μου και τη θεία μου(επίσης μάνα μου), στις καρέκλες του Ριάλτο, μα το “είναι” μας ολόκληρο ήταν στο έργο πίσω από το έργο, στις ζωές πίσω από τις ζωές, στους θανάτους πίσω από τους θανάτους.

Βγαίνοντας από την αίθουσα με το τέλος της παράστασης άκουγα ως επωδό τον ψίθυρο “Αυτά γίνονταν τότε”, “αυτά γίνονταν τότε”…Λες κι ο κόσμος- πες το θεατή , πες το “ χορό” μιας τραγωδίας- ήθελε να επιβεβαιώσει μιαν αδιαμφισβήτητη αλήθεια: αυτό που μόλις είδε ήταν τόσο πραγματικό όσο και η ζωή του.

Κατά τη διάρκεια της παράστασης κρατούσα το χέρι της μάνας μου όχι τόσο για να της δίνω δύναμη αλλά κυρίως για να μου δίνει. Η Χριστίνα Χριστόφια, η Αγαθονίκη, η μάνα του, ζωντάνεψε στην μνήμη μου την δική μου γιαγιά, την Ανδρομάχη, την μάνα “του”. Το σφίξιμο των χειλιών, το θυμωμένο βλέμμα, οι κατάρες, η κραυγή, το απαγορεύεται η χαρά, το “χαμηλώστε το ράδιο”, ο πόνος, ο πόνος, ο πόνος, με γύρισαν πίσω στην μαυροφορεμένη παιδική μου ηλικία.

Η μάνα μου δίπλα, έγινε στα μάτια μου το κοριτσάκι εκείνο με τα δυο μωρά (ήταν 26 χρονών το 1974), που πείσμωσε, έσφιξε τα χείλη, πάλεψε. Δίπλα μου δεν καθόταν η εβδομηνταπεντάχρονη πια μάνα μου, συρρικνωμένη και εύθραυστη, μα έβλεπα εκείνη την πρώτη φιγούρα των πρώτων μου χρόνων. Δυνατή, αγέρωχη, θυμωμένη, αγέλαστη. Η θεία μου, παραδίπλα, είχε ζωγραφισμένο τον πόνο της ανημπόριας των παραστεκάμενων. Των ανθρώπων που θέλουν με όλο τους το είναι να βοηθήσουν, να απαλύνουν, ενώ νιώθουν μικροί μπροστά στο μεγάλο κακό που βρίσκει μια οικογένεια.

Αλεξία μου, μας πήρες απ΄το χέρι και μας οδήγησες στα πιο μαύρα σκοτάδια του δικού σου και δικού μας πόνου. Γιατί άλλο είναι να χάνεις τον δικό σου άνθρωπο από φυσικά αίτια κι άλλο είναι να δολοφονούν την αθωότητα, το δίκιο και να μένουν ατιμώρητοι. Αλλο να χάνεται κανείς στο πεδίο της μάχης κι άλλο σε μέρες “ειρήνης” να έχει δολοφονηθεί με τόσο φρικτό και άνανδρο τρόπο και “εκείνοι” να πίνουν τον καφέ τους στον Αγιο Δομέτιο, στην Πλατεία ηρώων ή στον Πειραιά…

Μιχάλη μου, η γραφή σου έγινε το μονοπάτι πάνω στο οποίο βάδισε η ιστορία για να βρει το δίκιο της. Αυτό το δίκιο που δεν αποδόθηκε σε δικαστήρια και το οποίο ας βρει χώρο μέσα στον πολιτισμό και την παιδεία να αναύσει τις ψυχές του Κυριάκου, του Σωτήρη, της Αγαθονίκης, του Παπαλάζαρου, του Ανδρέα, της Ανδρομάχης, του Γιαννή και τόσων άλλων.

Χριστίνα μου, Μυρσίνη και Ηλιάνα, η φωνή σας έσμιξε με τις φωνές γιαγιάδων και θείων. Έσμιξε με τις φωνές και τις κατάρες όλων των γυναικών των 67 οικογενειών που θυμάμαι στα μνημόσυνα των “πεσόντων”, των δολοφονημένων ανθρώπων από ΕΟΚΑ Β’ και Χούντα.

Σας ευχαριστούμε.

Μην το χάσεις

Journal

Δείτε επίσης